Αποφθέγματα

Τρίτη 31 Ιουλίου 2012

Ο Θεός θέλει να είμεθα……………

Ο Θεός θέλει να είμεθα
στην καθημερινή μας ζωή
 τέτοιοι, ώστε να μας
 αγαπούν οι άλλοι
 και να μας νοιώθουν ευχάριστους.
 Να μπορούν να επικοινωνούν μαζί μας,
να πουν τη χαρά τους,
τη λύπη τους, τα προβλήματά τους.
Να νοιώθουν ότι είμαστε καρδιές
που ζούμε κοντά η μία στην άλλη
και μπορούμε να βοηθούμε ο ένας τον άλλον.

Γεροντας Αιμιλιανος Βαφειδης

Δευτέρα 30 Ιουλίου 2012

Τό ξεχασμένο ἀντίδωρο... (αληθινή ιστορία)

 
Η ιστορία, που θα σας αφηγηθώ είναι πέρα για πέρα αληθινή, όσα απίστευτα στοιχεία και αν έχει. Συνέβη στις αρχές Δεκέμβρη 2007.
Οι έννοιες και οι φροντίδες της καθημερινότητας με είχαν καταβάλει εκείνο τον καιρό και ιδιαίτερα κάποιες οικογενειακές υποθέσεις μου είχαν προκαλέσει μεγάλη στεναχώρια. Τέλος πάντων σκεφτόμουν, τα έχει αυτά η ζωή. Αυτό, όμως, που ένοιωσα εκείνο το πρωί ήταν για μένα -έτσι σκεφτόμουν τότε- τελειωτικό.
Από την προηγούμενη είχα κάποιες εκκρεμότητες να φέρω σε
πέρας και μάλιστα οικονομικές, που με είχαν στενοχωρήσει και με είχαν αγχώσει πολύ. Είχα πάει στο ταμείο των υπαλλήλων της υπηρεσίας που εργάζομαι και είχα εισπράξει το ποσό ενός δανείου 20.000 ευρώ, προκειμένου να εξοφλήσω την τράπεζα η οποία μας έβγαλε το εξοχικό σπίτι σε πλειστηριασμό και προχώρησε σε κατάσχεση. Ήμουν πολύ στεναχωρημένη, γιατί αυτό το σπίτι είχε φτιαχτεί με πολύ μόχθο και κάθε καλοκαίρι πηγαίναμε με τα παιδιά εκεί για διακοπές.Δεν ήθελα με κανένα τρόπο να το χάσω, αν και οικονομικά ήμουν σε πολύ δύσκολη κατάσταση, αφού βασιζόμουν μόνο στο μισθό μου. Τέλος πάντων ζήτησα από την υπηρεσία δάνειο, για το οποίο μου κρατάνε κάθε μήνα 250 ευρώ από το μισθό. Μόλις το εισέπραξα σε μετρητά πήγα στην τράπεζα και έστειλα 6.000 ευρώ σε έναν θείο, που είχε καταβάλει εγγύηση για να μη γίνει η κατάσχεση και τα υπόλοιπα 14.000 θα τα έβαζα σε λογαριασμό της τράπεζας, τον οποίο όμως δεν είχα και έπρεπε να τηλεφωνήσω να μου τον πουν. Και ώσπου να τελειώσω με όλα αυτά η τράπεζα έκλεισε.
Έτσι σκέφθηκα να αφήσω τα χρήματα, μαζί με όλα τα χαρτιά, όπως ήταν,μέσα στο αυτοκίνητό μου, στο τσεπάκι της πόρτας του οδηγού. Εκεί ποιός να τα πειράξει. Άλλωστε πρωί-πρωί θα πήγαινα να τα καταθέσω. Ποτέ δεν είχα χάσει κάτι από το αυτοκίνητο. Μάλιστα τα έβαλα σε ένα φάκελο από αυτούς των δημοσίων υπηρεσιών καθώς τους φύλαγα, όταν η ταμίας μας πλήρωνε και μας έβαζε τα χρήματα στο φάκελο. Εγώ πάντα της γκρίνιαζα γι’ αυτό ότι ο τρόπος αυτός είναι απαρχαιωμένος, αλλά εκείνη εξακολουθούσε το σύστημά της. Έτσι κρατούσα τους φακέλους κι όλο και κάπου μου χρησίμευαν. Ίσως σας κουράζω με λεπτομέρειες αλλά θα δείτε παρακάτω γιατί σας τις αναφέρω.
Εκείνο το πρωί λοιπόν ξεκίνησα να πάω στη τράπεζα για την κατάθεση των χρημάτων. Το αυτοκίνητο, ενώ συνήθως το παρκάρω στην πυλωτή της πολυκατοικίας, εκείνο το βράδυ το είχα παρκάρει λίγο παραπέρα από το σπίτι, γιατί κάποιος μου είχε πιάσει το πάρκιν. Πηγαίνω εκεί που το είχα παρκάρει, πολύ κοντά στο σπίτι και σε σίγουρο μέρος, αλλά το αυτοκίνητο πουθενά. Κοπήκανε τα πόδια μου. Δεν ήταν δυνατόν. Στη γειτονιά. Λίγα μέτρα από το σπίτι. Ποτέ κανείς δεν είχε παραπονεθεί για κλοπές. Είμαστε ήσυχη γειτονιά. Κόντεψα να τρελαθώ. Δεν ήταν μόνο το αυτοκίνητο που έχασα, κι αν το εύρισκα και πως θα το εύρισκα, και πως θα πηγαίνω στη δουλειά και πως θα πηγαίνει ο γιος μου στο σχολείο που τον πήγαινα εγώ κάθε πρωί, δεν ήταν που δεν είχα καθόλου χρήματα να αγοράσω άλλο, ήταν ότι είχα μέσα και τις 14.000 ευρώ. Πήγα να τρελαθώ πραγματικά.
Και εκτός αυτού και το σπίτι θα έχανα, αφού δεν πρόλαβα να στείλω τα χρήματα στην τράπεζα. Και το αυτοκίνητο και τα χρήματα, αλλά και θα μου κρατούσαν κι από τον μισθό μου 250 ευρώ το μήνα γι’ αυτό το δάνειο. Τρελάθηκα. Ένοιωσα δύσπνοια, κιτρίνισα. Γύρισα στο σπίτι και κάθισα μουδιασμένη. Τώρα τι να κάνω. Παίρνω αμέσως το 100 και καταγγέλλω τη κλοπή. -Τι να σας πω κυρία μου, μου λέει στην άλλη άκρη της γραμμής ο αστυνομικός, στην Αθήνα κάθε μέρα κλέβονται 100 αυτοκίνητα. Θα δώσουμε τα στοιχεία στα περιπολικά κι αν τύχει και πέσουμε επάνω.. αν είστε τυχερή… πηγαίνετε και στο αστυνομικό τμήμα να κάνετε και μήνυση κατά αγνώστων. Όλα μαύρα…Πηγαίνω στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής μου, κι εκεί τα ίδια. Εκεί ένα παιδί, νέος αστυνομικός, μου φέρνει ένα μπουκαλάκι νερό -πως θα με είδε το παιδί- και μου λέει.
- Ηρεμήστε μπορεί και να το βρείτε…
Γυρίζω σπίτι και περιμένω…Στη στιγμή άρχισα να σκέφτομαι τα γεγονότα. Πως συνέβη αυτό, γιατί συνέβη αυτό, γιατί ο Θεός να μου δώσει αυτή τη δοκιμασία…Εκεί μου ήρθε τότε στο νου μια κουβέντα, που μου είχε πει ένα σεβάσμιος γέροντας κάποτε, που πήγα κοντά του να εξομολογηθώ. Ήμουν τότε πολύ στενοχωρημένη και ανήσυχη για τα παιδιά μου, για τη ζωή μου…έκλαιγα, μιλούσα κι έκλαιγα…τότε μου λέει.
- Μην κλαις. Ο Θεός μας δίνει τις δοκιμασίες για κάποιο λόγο. Είναι, όμως, πατέρας μας και αγαπάει τα παιδιά του. Το καλό μας θέλει. Πρέπει να του έχουμε εμπιστοσύνη. Για κάποιο λόγο μας τα στέλνει όλα τούτα. Μην κλαις. Είναι αμαρτία, γιατί δείχνεις ότι δεν τον εμπιστεύεσαι…Να κάνεις την προσευχή σου και να αφήνεσαι με εμπιστοσύνη στο θέλημά του.
Εγώ, όμως, είμαι ένας άνθρωπος κοσμικός. Ψάχνω βέβαια τα πνευματικά μονοπάτια, αλλά πολύ μικρή είναι η πίστη μου. Θυμήθηκα τα λόγια τούτα του γέροντα και σκέφτηκα ξανά τα γεγονότα κάτω από άλλη ματιά. Για ποιό λόγο γίνονται όλα, για κάποιο λόγο μας στέλνει ο Θεός τις δοκιμασίες. Για λίγο όμως, γιατί ξανά με κυρίευσε η απελπισία, αλλά πάλι ξανασκέφτηκα τα λόγια του γέροντα.. Και τότε ξαφνικά θυμήθηκα ότι μου είχε δώσει μια προσευχή να διαβάζω στα δύσκολα αλλά… και στα εύκολα μου είχε πει. Έψαξα πού την είχα καταχωνιάσει εδώ και τόσα χρόνια -θα είχαν περάσει 8-9 χρόνια από τότε. Τη βρήκα όμως, δεν την είχα πετάξει. Την διάβασα πολλές φορές. Ήταν η προσευχή των πατέρων της Όπτινα. Σε λίγο ξαναπήρα τηλέφωνο το 100. Τίποτα. Το αστυνομικό τμήμα τίποτα. Ήρθε μεσημέρι. Γύρισαν τα παιδιά από τα σχολεία τους. Του είπα τα καθέκαστα. Στεναχωρέθηκαν πολύ. Εγώ μουδιασμένη, αλλά κάπου άρχισα να σκέφτομαι ότι πρέπει να αποδέχομαι αυτά που μου τυχαίνουν στην ζωή. Να έχω εμπιστοσύνη στο Θεό.
Μάλλον, όμως, το ’κανα και αναγκαστικά, αφού δεν μπορούσα να κάνω και τίποτε άλλο. Όμως αυτή η κουβέντα του γέροντα όλο και μεγάλωνε στο μυαλό μου…Όλα γίνονται για κάποιο σκοπό… Όλα γίνονται για κάποιο σκοπό. Άρα πρέπει να σκεφτώ ποιός είναι ο σκοπός, είπα εγώ στον εαυτό μου, αφού αυτή είναι η πάγια τακτική μου, όλα να τα εξηγώ. Έλα, όμως, που ορισμένα είναι πάνω από τη δύναμη του νου μου.
Έτσι πέρασε η μέρα. Κάνοντας τηλεφωνήματα, αγωνιώντας, ξανακάνοντας προσευχή.
Κατά τις 11:30 η ώρα το βράδυ ξαφνικά χτυπάει το τηλέφωνο.
- Κυρία μου είμαστε από το αστυνομικό τμήμα Κάτω Πατησίων. Έχετε ένα αυτοκίνητο άσπρο, τάδε μάρκα με τάδε νούμερα. Η καρδιά μου κόντευε να σπάσει.
Ναι. Τι έγινε• Έχουμε εδώ δυο άτομα που είχαν το αυτοκίνητό σας• τους σταματήσαμε για έλεγχο και βρήκαμε το δίπλωμα και τα χαρτιά σας. Ελάτε αμέσως.
Έτρεξα κατευθείαν εκεί. Ήταν δυο νεαροί -όχι κακά παιδιά- με σκυμμένο το κεφάλι.
Κυρία μου, μου λέει ο διοικητής τι είχατε στο αυτοκίνητό σας εκτός από τα χαρτιά σας; Χρήματα κύριε διοικητά. Πόσα; 14.000 ευρώ. Καλά κυρία μου, αφήνουμε τόσα λεφτά στο αυτοκίνητο; Τι να του πω δίκιο είχε. Βγάζει τότε από το συρτάρι του ένα φάκελο, τον φάκελο της υπηρεσίας μου, που είχα βάλει μέσα τα χρήματα και μου λέει. Μετρήστε τα. Κοπήκανε τα πόδια μου. Μα ήταν δυνατόν; Αρχίζω και μετράω.
Τα χρήματα ήταν όλα εκεί δεν έλειπε ούτε ένα ευρώ. Δεν είναι δυνατόν λέω. Πως έγινε αυτό; Ρωτάει τότε ο διοικητής τους νεαρούς. Τι έγινε παιδιά; Πως και δεν πειράξατε τα χρήματα; Δεν τα βρήκατε;
 Όχι απαντάει ο ένας. Δηλαδή βρήκαμε τον φάκελο, αλλά δεν τον ανοίξαμε. Γιατί τους ρωτά ο αστυνομικός. Να καθώς ψάχναμε το αυτοκίνητο, στο ντουλαπάκι μπροστά, του συνοδηγού βρήκαμε τα διπλώματα της κυρίας και των παιδιών της, την άδεια του αυτοκινήτου και βρήκαμε κι έναν φάκελο ίδιο που είχε μέσα ένα κομμάτι ψωμί από την εκκλησία, ξερό.
- Αντίδωρο το λένε , του λέει ο άλλος.
- Ναι αντίδωρο. Ε, και καθώς ψάχναμε βρήκαμε στο τσεπάκι στο πλάι του αυτοκινήτου και αυτό τον φάκελο και είπαμε ότι αντίδωρο θα ’χει πάλι μέσα αυτή, όπως είχε στο άλλο. Φαίνεται ότι θα ’ναι καμιά θρήσκα… Και έτσι δεν ανοίξαμε τον φάκελο..
Μείναμε όλοι άφωνοι. Μαζεύτηκαν όλοι οι αστυνομικοί γύρω-γύρω και κοιτούσαν παραξενεμένοι. Κανείς δε μιλούσε.
Δεν θα σας κουράσω με άλλες λεπτομέρειες. Σε λίγο ήρθαν οι γονείς τους -καλοί άνθρωποι- απέσυρα τη μήνυση και γύρισα σπίτι. Εκεί έγινε πάλι άλλο σκηνικό. Τα παιδιά μου δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι το αυτοκίνητο βρέθηκε άθικτο, μόνο η βενζίνη είχε τελειώσει, και τα χρήματα όλα. Ήταν συγκλονιστικό. Δηλαδή ένα μικρό κομματάκι αντίδωρο μπόρεσε να ανατρέψει μια σειρά γεγονότων. Γιατί, αν είχαν βρει τα χρήματα, σίγουρα τα πράγματα θα έβαιναν αλλιώς. Και πότε το είχα βάλει εκεί το αντίδωρο ούτε που θυμόμουν. Εκείνο το ντουλαπάκι σπάνια το ανοίγω. Και το αντίδωρο θα το είχα από το καλοκαίρι ίσως, που πηγαίνω καμιά φορά σε κάποιο προσκύνημα. Αλλά πάλι πως το έβαλα μέσα στο φάκελο. Ούτε που μπορώ να θυμηθώ.
Σημασία βέβαια έχει πως το γεγονός αυτό με έκανε να βλέπω τη ζωή αλλιώς. Να βλέπω με σεβασμό το καθετί και να αποδέχομαι με σεβασμό σχεδόν με ευγνωμοσύνη ακόμα και τα άσχημα, που μου συμβαίνουν στη ζωή.
Το περιστατικό έγινε αιτία να επηρεαστούν αρκετοί άνθρωποι. Πρώτη εγώ. Μετά τα παιδιά μου, που συνήθως με κοντράρουν πάνω σ’ αυτά τα ζητήματα, τώρα όλο και συζητούν θέματα πνευματικά και ο μικρός -τελειόφοιτος λυκείου- εφέτος για πρώτη φορά νήστεψε. Αυτό τον καιρό συμμετέχω σε κάποιο μεταπτυχιακό πρόγραμμα και επειδή εκείνη την ημέρα δεν πήγα στο μάθημα εξήγησα στον καθηγητή μου τι είχε συμβεί. Την άλλη μέρα, όταν του είπα την συνέχεια, κούνησε σκεφτικός το κεφάλι και με παρότρυνε να πάω να κοινωνήσω, πράγμα που έκανα καθώς πλησίαζε η γιορτή του αγίου Νικολάου. Περιττό να πω ότι ανέφερε το γεγονός σε όλο το τμήμα και έμειναν να με κοιτάζουν όλοι κατάπληκτοι.
Η μητέρα του ενός από τα παιδιά, που είχαν πάρει το αυτοκίνητό μου τηλεφώνησε λίγο μετά τα Χριστούγεννα και μου είπε πως ο γιος της τής ζήτησε να νηστέψει και να πάει να κοινωνήσει, γιατί του έκανε λέει μεγάλη εντύπωση το γεγονός με το αντίδωρο και το ότι δεν είχε συνέπειες η κακή του αυτή πράξη για την οποία και είχε μετανιώσει πικρά… Οι συνάδελφοι στη δουλειά άκουσαν το γεγονός, ορισμένοι μπορεί να το ξέχασαν, ορισμένοι, όμως, που και μου το θυμίζουν και συχνά κουβεντιάζουμε για το αν υπάρχουν δυνάμεις πάνω από μας, που ρυθμίζουν τις ζωές μας. Και ακόμα η διήγηση του γεγονότος αυτού με έκανε να έρθω κοντά με μια φίλη, που με βοηθά να βαδίσω στον δρόμο τον πνευματικό με όλο και πιο σίγουρα βήματα. Τη λένε Αγγελική.
Τα λόγια αυτά του γέροντα, τα λόγια της προσευχής, τα θυμάμαι πάντα στα δύσκολα, αλλά και στα εύκολα. Αυτή η προσευχή τυπώθηκε στο νου και στην καρδιά μου και τη ψιθυρίζω από τότε συχνά, σχεδόν κάθε μέρα…
«Κύριε…Στις απρόοπτες καταστάσεις μη μ’ αφήσεις να ξεχάσω ότι όλα παραχωρούνται από σένα… Δίδαξε με να δέχομαι με ακλόνητη πεποίθηση ότι τίποτε δεν συμβαίνει, χωρίς να το επιτρέψεις εσύ…
Κύριε, δος μου τη δύναμη να υποφέρω τον κόπο της ημέρας αυτής σε όλη τη διάρκειά της. Καθοδήγησε τη θέλησή μου και δίδαξε με να προσεύχομαι, να πιστεύω, να υπομένω, να συγχωρώ και ν’ αγαπώ. ΑΜΗΝ».
Και μέσα στο τρέξιμο της καθημερινότητας δεν βάζει ο νους του ανθρώπου τι μπορεί να του ξημερώσει και τι πράγματα μπορεί να του συμβούν.

Δευτέρα 16 Ιουλίου 2012

Οι Αυτοκτονίες, η Οικονομική Κρίση και τα Πρότυπά μας

Σκέψεις με αφορμή μια αυτοκτονία
Πριν λίγες μέρες, κάποιος γνωστός μου, αυτοκτόνησε.
Τι έκανε όμως έναν δημόσιο υπάλληλο, κάτοχο πτυχίου, με μόνιμη εργασία, παντρεμένο (χωρισμένο για την ακρίβεια) και με παιδί, να προτιμάει τον θάνατο; Σας παρακαλώ, μην βιαστείτε να απαντήσετε με τη γνωστή «καραμέλα» για την «οικονομική κρίση».
Πριν την οικονομική , έχει προηγηθεί μια άλλη κατάρρευση, η ηθική, η ψυχική, η πνευματική.
Η πορεία της ζωής του
Ο Λ. πίστεψε στο πρότυπο που του καλλιέργησαν οι γονείς του, το σχολείο του, η τηλεόραση.
Πίστεψε κατ αρχήν ότι αν περάσει στο Πανεπιστήμιο θα είναι πετυχημένος.
Πίστεψε ότι -σε αντίθεση με τις χειρωνακτικές εργασίες- θα μπορεί να βγάζει χρήματα χωρίς ιδιαίτερο κόπο.
Και αφού η τηλεόραση μας έπεισε ότι τα χρήματα εξασφαλίζουν την ευτυχία, όταν θα έκανε το όνειρό του πραγματικότητα και θα είχε χρήματα, δεν θα χρειαζόταν να μοχθεί κι έτσι θα ζούσε πλέον την υπόλοιπη ζωή του «ευτυχισμένος«!
Κι έβγαλε το Πανεπιστήμιο, και διορίστηκε στο δημόσιο (μία ακόμη εξασφάλιση σιγουριάς) και παντρεύτηκε, και απέκτησε και παιδί και σπίτι και αυτοκίνητο
Όλα σύμφωνα με το πρότυπο που του καλλιεργήσαμε.
Μετά όμως ήρθε ο εγωισμός, συγνώμη, ο χωρισμός εννοούσα.  Και βρέθηκε και πάλι, μόνος.
Αλλά έστω κι έτσι, ήταν ακόμη νέος, οπότε με την εξασφαλισμένη εργασία του στο δημόσιο και την καλή του εμφάνιση, θα μπορούσε σχετικά εύκολα να βρει μία άλλη «σύντροφο».
Και βρήκε, και νέα όνειρα και νέες ελπίδες ευτυχίας.
Αλλά κάπου εκεί, μαζί με το εσωτερικό κενό έρχεται και η οικονομική κατάρρευση. Τη θυμάστε εκείνη την «παραβολή του ασώτου» που ακούγαμε στην εκκλησία; Γιατί όταν η μικρότερη σε ηλικία όμορφη σύντροφος βλέπει να «τελειώνουν» τα χρήματα, τότε αισθάνεται ότι «κάτι δεν πάει καλά στη σχέση» και ψάχνει βρίσκει τον επόμενο … «άντρα».
Οπότε ο πετυχημένος πτυχιούχος δημόσιος υπάλληλος μένει και πάλι, μόνος.
Μόνος ..
Και τότε είναι που αναρωτιέται πάνω σε τι θεμέλια έχτισε τη ζωή του και που πήγε  η ευτυχία που του υποσχόταν όλοι.
Και σε μια κοινωνία που ο καθένας επιδιώκει «να περνάει καλά«, σε μια κοινωνία που οι φίλοι όταν δεν χρησιμεύουν ως «συνοδοί» στις εξόδους υπάρχουν επειδή μπορεί να μας φανούν «χρήσιμοι».
Σε μια κοινωνία που δεν υπάρχουν πλέον συγγενείς, γείτονες, φίλοι, συχωριανοί.
Σε μια κοινωνία που όσοι μπορούν, φοράνε τη μάσκα του «πετυχημένου» και «μοστράρουν» στην ανώνυμη πόλη και οι υπόλοιποι απλά αφήνονται στην τύχη τους.
Τότε το εσωτερικό κενό γίνεται δυσβάσταχτο.
Όμως …
αν δεν άκουγε τις σειρήνες της ευδαιμονίας ..
  • αν οι γονείς του τον προέτρεπαν να βγάζει με «τον ιδρώτα του προσώπου του τον άρτον του» (όπως μας είχε προτρέψει ο Θεός όταν μας έβγαζε από τον Παράδεισο).
  • αν το σχολείο τον γέμιζε με τα ιδανικά της Ορθόδοξης πίστης και της πατρίδας, που έκαναν τη φυλή μας να αντέξει πολλούς αιώνες, με σκληρές δοκιμασίες και πείνα και σκλαβιά, χωρίς κανείς να αυτοκτονεί
  • αν η καλοπέραση είχε αντικατασταθεί με την εγκράτεια, με την άσκηση, με τη νηστεία, με το αρχαιοελληνικό «μέτρο»
  • αν ο πλούτος είχε αντικατασταθεί με την αρετή (τη θυμάστε εκείνη την ιστορία με τον Ηρακλή, την Αρετή και την Κακία, την διδάσκουν άραγε ακόμη στα σχολεία μας ; )
  • αν αντί για τους καραγκιόζηδες που εμφανίζονται ως σωσίες στην τηλεόραση βλέπαμε τις αγιογραφίες στα ταπεινά ξωκλήσια μας, τους άγιους της πίστης μας και τους εθνομάρτυρες του έθνους μας (κάποιοι φρόντισαν να εξαφανίσουν τις εικόνες ηρώων από τις σχολικές αίθουσες και να τις αντικαταστήσουν από την «ξενοφοβία» το «ρατσισμό» και την «ανακύκλωση»!)
  • αν πρότυπό μας δεν ήταν  ο όμορφος και επαγγελματικά πετυχημένος «δυτικός» άνθρωπος  αλλά ο τίμιος μεροκαματιάρης, ο άνθρωπος που είναι δίπλα στο Θεό και Αυτόν σκέφτεται, σ Αυτόν ελπίζει και Αυτόν αγαπά και υπηρετεί με τη ζωή του
  • αν αντικαθιστούσαμε τη μάσκα της «επιτυχίας» με την ταπείνωση, με την μετάνοια, με την απλότητα
  • αν ξαναγυρνούσαμε και πάλι στα χωριά μας, στις παραδόσεις και στις αξίες μας, αν αντικαθιστούσαμε την έξοδο στο μπαρ με μια απλή τσικουδιά κι ένα ντόπιο κρασί και τα τα ξένα αλλόκοτα ακούσματα με νησιώτικα τραγούδια, κρητικές μαντινάδες και ηπειρώτικα μοιρολόγια
  • αν σταματούσαμε να «παρκάρουμε» τα παιδιά μας σε παιδικούς σταθμούς και στο «ίντερνετ» και η μάννα γινόταν και πάλι μάννα και όχι πετυχημένη επαγγελματίας
ίσως επιστρέφοντας στις ρίζες μας, βρίσκαμε πάλι το δροσερό νερό, που πότισε αιώνες και αιώνες και τρέχει ακόμη δίπλα σας, έτοιμο να μας ξεδιψάσει.
Δίπλα μας είναι η λύση.
Στην ενορία σου, σε ένα κοντινό μοναστήρι, στον ταπεινό λευίτη ιερέα, στην όμορφη βραδινή αγρυπνία, στο χέρσο πλέον χωράφι του πατέρα σου, στο χαμόγελο του παππού, αυτού που έκλεισες στο γηροκομείο και του παίρνεις τη σύνταξη, στο αγέννητο παιδί σου, που προτίμησες να σκοτώσεις κάνοντας αμνιοπαρακέντηση γιατί ήθελες να βεβαιωθείς ότι δεν θα είχε σύνδρομο down, αφού τότε θα κατέρρεε το δυτικό πρότυπο της «ευτυχίας σου».
ΥΓ. Δυστυχώς το περιστατικό της αυτοκτονίας είναι πραγματικό. Συνέβη πριν 1 εβδομάδα περίπου. Όσοι μπορείτε προσευχηθείτε να αναπαύσει ο Θεός την ψυχή του Λ.

Ο άντρας και η πεταλούδα

Ένας άνδρας κάποτε
Βρήκε το κουκούλι μιας πεταλούδας.
Μια μέρα εμφανίστηκε ένα μικρό άνοιγμα.
Κάθισε και παρακολουθούσε την πεταλούδα

Για αρκετές ώρες
Καθώς εκείνη προσπαθούσε να περάσει το σώμα της
Μέσα από το μικρό άνοιγμα.
Ύστερα, η πεταλούδα  σταμάτησε.
Ήταν φανερό πως δεν μπορούσε να προχωρήσει άλλο.
Έτσι ο άνδρας αποφάσισε να βοηθήσει την πεταλούδα.
Πήρε ένα ψαλίδι και έκοψε τα κομμάτια από το κουκούλι.
Η πεταλούδα βγήκε εύκολα
Αλλά είχε πρησμένο σώμα και καχεκτικά φτερά.
Ο άνδρας συνέχισε να την παρακολουθεί, περιμένοντας
Ότι όπου να ‘ναι τα φτερά της θα μεγαλώσουν

Και θα απλωθούν αρκετά για να στηρίξουν το σώμα.
Τίποτα δεν έγινε.
Στην πραγματικότητα, η πεταλούδα πέρασε την υπόλοιπη ζωή της
Μπουσουλώντας εδώ κι εκεί
Δίχως ποτέ της να μπορέσει να πετάξει.
Εκείνο που δεν κατάλαβε ο άνδρας μέσα στην καλοσύνη και τη βιασύνη του ήταν αυτό:
Το κουκούλι που αντιστεκόταν
Και η προσπάθεια που χρειαζόταν από την πεταλούδα να περάσει μέσα από το άνοιγμα
Ήταν ο μόνος τρόπος να πιέσει το υγρό από το σώμα μέσα στα φτερά
Ώστε αυτά να είναι έτοιμα για να πετάξουν όταν θα το κατάφερνε αυτό.
Μερικές φορές οι προσπάθειες είναι ακριβώς αυτό που χρειαζόμαστε στη ζωή μας.
Περνώντας μέσα από τη ζωή δίχως εμπόδια να μας ταλαιπωρούν
Δεν θα ήμασταν τόσο δυνατοί όσο θα έπρεπε και δεν θα πετούσαμε ποτέ.

Πηγή

Ο αιώνιος αδελφός μου


… Σχετικά με την προσευχή «Πάτερ ημών». Μία κυρία στο Παρίσι πριν από λίγα χρόνια μου έλεγε ότι δεν τολμούσε να απαγγείλει την προσευχή αυτή μετά τα λόγια «ελθέτω η Βασιλεία Σου». Αυτή τόσο φοβόταν, ώστε, αν έντιμα έλεγε στον Θεό, «γεννηθήτω το θέλημά Σου», τότε ώφειλε να δεχθεί «όλα όσα συμβαίνουν στη ζωή» με την ετοιμότητα να τα υπομένει χωρίς γογγυσμό, χωρίς μικροψυχία και τα παρόμοια. Πρόσφατα ένα άλλο πλάσμα μου έλεγε ακριβώς τα ίδια λόγια με σένα, σχετικά με το «και άφες ημίν … ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Ο ίδιος όμως θεωρώ ότι, αν εμείς λέγαμε μόνο τις δύο πρώτες λέξεις της προσευχής αυτής, δηλαδή Πάτερ ημών, αντιλαμβανόμενοι το βαθύ τους νόημα, τότε όλη μας η ζωή σε όλα τα επίπεδα και τις εκδηλώσεις της θα άλλαζε ριζικά. Αν εγώ είμαι υιός του ανάρχου Πατρός, σημείνει ότι βρίσκομαι έξω από την εξουσία του θανάτου, σημαίνει ότι δεν είμαι δούλος αλλά κύριος, κατ’ εικόνα της κυριότητος του ίδιου του Θεού, σημαίνει ότι αυθεντικά είμαι ελεύθερος με τη μοναδική αληθινή έννοια της ελευθερίας. Παραμένοντας σε τέτοια κατάσταση, ο άνθρωπος δέχεται κάθε άλλον συνάνθρωπό του ως υιόν αναστάσεως και παύει πλέον αυτός να είναι για μένα «μηδαμινός» ή «ξένος», αλλά είναι ο αιώνιος αδελφός μου. Πώς μπορώ να φονεύσω τέτοιον αδελφό; Αλλά μαζί του ούτως ή άλλως συναντιέμαι στην αιωνιότητα, έξω από την οποία είναι αδιανόητη η ύπαρξη ακόμη και του ίδιου του χρόνου. Ή όπως έλεγε ο Γέροντας Σιλουανός, «ο αδελφός μου είναι η ζωή μου». Σε τέτοια κατάσταση ο άνθρωπος εύκολα και με φυσικό τρόπο συγχωρεί όλα σε όλους, και πραγματικά αγαπά τους εχθρούς του. Αλλά την αληθινή αυτή ευαγγελική κατάσταση κατορθώνουν μόνο όσοι πραγματικά πιστεύουν. Η προσευχή που απορρέει από τέτοια παιδική πίστη αμεσότητας αποκαλύπτει στον άνθρωπο άλλους ορίζοντες, μπροστά στους οποίους όλα τα υπόλοιπα στερούνται νοήματος …
 
Επιστολή 38, Αρχιμανδρίτου ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ, ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΤΗ ΡΩΣΙΑ, Μετάφρασις από τα ρωσικά Αρχιμ. Ζαχαρία, Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας, 2009

Ο ευλαβής ιερεύς, ο έμπορος και ο Μ.Βασίλειος

Περὶ τῆς μνημονεύσεως κατὰ τὴν ἱερὰ Προσκομιδὴ
Κάποιος εὐλαβὴς Ἱερεύς, σύγχρονος τοῦ Μ. Βασιλείου, λόγω κάποιων περιστάσεων μπῆκε σὲ χρέη καὶ τὰ χρέη αὐτὰ σὺν τῷ χρόνω αὐξήθηκαν καὶ οἱ πιστωτὲς τὸν ἐνοχλοῦν γιὰ τὸ χρέος του.
Αὐτὸ τὸν ἀνάγκασε νὰ στραφεῖ καὶ νὰ ζητήσει βοήθεια σὲ κάποιον κοντινὸ καὶ γνωστό του ἔμπορο, ὁ ὁποῖος, εἰσακούοντας τὸ αἴτημά του, τοῦ ἔδωσε 500 χρυσὰ νομίσματα μὲ τὰ ὁποία ὁ ἱερεὺς ξεπλήρωσε τὸ χρέος του. Πρὸς ἱκανοποίηση τοῦ ἐμπόρου ὁ ἱερεὺς τοῦ ὑποσχέθηκε νὰ μνημονεύει τὸ ὄνομά του καὶ τὸ ὄνομα τῶν συγγενῶν του ὑπὲρ ὑγείας καὶ ὑπὲρ ἀναπαύσεως στὴν Προσκομιδὴ γιὰ ὅλη του τὴ ζωή.
Ὁ ἒμπορος ὑπολόγιζε ὅτι ὁ ἱερεὺς θὰ ζοῦσε πολλὰ χρόνια καὶ θὰ προσευχόταν γι’ αὐτὸν καὶ τοὺς συγγενεῖς του σὲ κάθε Λειτουργία καὶ μ’ αὐτὸν θὰ τὸν ἱκανοποιοῦσε γιὰ τὰ χρήματα ποὺ τοῦ εἶχε δώσει.
Ὁ ἱερεὺς κατάφερε νὰ τελέσει μόνο μία Λειτουργία στὴν ὁποία μνημόνευσε τὸν εὐεργέτη του καὶ τοὺς συγγενεῖς του. Σύντομα μετὰ ἀπ’ αὐτὸν ἀρρώστησε καὶ ὕστερα ἀπὸ μιὰ μακρὰ ἀσθένεια πέθανε. Ὁ ἔμπορος, μαθαίνοντας τὸ τέλος τοῦ Ἱερέως, παρὰ πολὺ λυπήθηκε καὶ θλιβόταν γιὰ τὴν ἀπώλεια τῶν χρημάτων του, ἀφοῦ μόνο μιὰ λειτουργία τελέσθηκε ἀπὸ τὸν ἱερέα, πράγμα ποὺ δὲν τὸ περίμενε. Ἐκεῖνος ὑπολόγιζε στὴν μακροχρόνια ζωὴ τοῦ ἱερέως καὶ γι αὐτὸ τοῦ ἔδωσε τὰ 500 νομίσματα. Ἄρχισε λοιπὸν νὰ ἐνοχλεῖ τὴν πρεσβυτέρα τοῦ κοιμηθέντος, γιὰ νὰ τοῦ ἐπιστρέψει τὰ χρήματα, κρατώντας τὰ χρήματα μόνο γιὰ μία Λειτουργία.
Ἡ πρεσβυτέρα τοῦ ἀπάντησε ὅτι χρήματα δὲν ἔχει, κι ἂν ὑπῆρχαν κάποια, τὰ ξόδεψε κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἀρρώστιας τοῦ ἱερέως καὶ τώρα τίποτε δὲν εἶχε ἀπομείνει. Ὁ ἔμπορος, χωρὶς νὰ δίνει προσοχὴ στὰ λόγια τῆς πρεσβυτέρας, ἀπαιτοῦσε ἐπίμονα τά χρήματά του, ἀπειλώντας μὲ δικαστήρια. Τότε ἐκείνη ἀπευθύνθηκε στὸν Μ. Βασίλειο καὶ τοῦ διηγήθηκε τί τῆς εἶχε συμβεῖ. Ἀφοῦ τὴν ἄκουσε ὁ ἅγιος, τῆς εἶπε: «Ἐγὼ αὔριο θὰ τελέσω τὴ Θ. Λειτουργία. Ἐλᾶτε σὲ μένα μαζὶ μὲ τὸν ἔμπορο καὶ μιὰ ζυγαριά. Θὰ ζυγίσουμε μία μερίδα ποὺ θὰ βγάλω ἀπὸ τὸν πρόσφορο ὑπὲρ ὑγείας καὶ σωτηρίας τῶν συγγενῶν του. Ὅσο θὰ ζυγίζεται ἡ μερίδα στὴν ζυγαριά, τόσο χρυσάφι θὰ προσθέτει ὁ ἔμπορος στὸν ἄλλο δίσκο τῆς ζυγαριᾶς καὶ μ’ αὐτὸ τὸ χρυσάφι θὰ σὲ πληρώσει γιὰ τὴ μία Λειτουργία ποὺ τέλεσε ὁ κοιμηθεῖς Ἱερεύς».
Ἡ πρεσβυτέρα πῆγε στὸν ἔμπορο καὶ τοῦ μετέφερε τὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Βασιλείου. Ὁ ἔμπορος χάρηκε καὶ τὸ πρωὶ πῆγε στὸν ναό, παίρνοντας μαζί του τὴ ζυγαριὰ καὶ κάμποσο χρυσάφι.
Ὁ Ἃγιος Βασίλειος, τελώντας τὴν προσκομιδή, ἔβγαλε μία μερίδα ὑπὲρ ὑγείας καὶ σωτηρίας τῶν δούλων τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀπόθεσε στὴν ζυγαριά. Καὶ πρόσταξε τὸν ἔμπορο νὰ βάλει χρυσάφι στὸν ἄλλο δίσκο της. Μὰ ὅσο χρυσάφι κι ἂν ἔβαζε ὁ ἔμπορος, ἡ μιὰ μικρὴ μερίδα ὅλο καὶ βάραινε καὶ ὅσο περισσότερο χρυσάφι ἔβαζε, τόσο χαμηλότερα καὶ χαμηλότερα ἔπεφτε ὁ δίσκος στὸν ὁποῖο εἶχε ἀποτεθεῖ ἡ μερίδα ποὺ εἶχε βγάλει ὁ Μέγας Βασίλειος ἀπό τὸ πρόσφορο κατὰ τὴν προσκομιδή.
Ὁ ἔμπορος βλέποντας τὸ μεγάλο θαῦμα τῆς Θείας Χάριτος ἔνιωσε φόβο καὶ κατάνυξη. Ἀμέσως ζήτησε συγγνώμη ἀπὸ τὸν ἅγιο Βασίλειο καὶ ἀπὸ τὴν πρεσβυτέρα τοῦ κοιμηθέντος ἱερέως καὶ δὲν ἀπαίτησε πλέον χρήματα.
 
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΣΤΑΡΕΤΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΗΣ

Παρασκευή 13 Ιουλίου 2012

Προσευχὴ τῶν συζύγων καὶ τῆς οἰκογενείας

Γέροντα  Σωφρόνιου 
 
Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, ὁ τῇ σῇ ἀναβάσει ἐπὶ τὸν Γολγοθᾶν ἐξαγοράσας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ Νόμου καὶ ἀποκαταστήσας τὴν πεπτωκυῖαν εἰκόνα σου, ὁ ἐκτείνας ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ τὰς ἀχράντους χεῖράς Σου, ἵνα τὰ ἐσκορπισμένα τέκνα τοῦ Θεοῦ ἐπισυναγάγῃς εἰς ἕν, καὶ καλέσας τῇ ἐπιφοιτήσει τοῦ Παναγίου Πνεύματος εἰς ἑνότητα πάντας, Σύ, ὁ Ὤν, τοῦ Πατρὸς τὸ ἀπαύγασμα, πρὸ τῆς ἐξόδου Σου ἐπὶ τὴν μεγάλην ταύτην καὶ κοσμοσωτήριον ἱερουργίαν ἐδεήθης τοῦ Πατρός Σου, ἵνα πάντες ἓν ὦμεν, καθὼς Σὺ εἶ μετὰ τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου.
 
Παράσχου τοίνυν ἡμῖν χάριν και σοφίαν τοῦ ἐκπληροῦν τὴν ἐντολὴν ταύτην καθ᾿ ἑκάστην, καὶ ἐνίσχυσον ἡμᾶς εἰς τὸν ἀγῶνα τῆς ἀγάπης, ἣν Σὺ ἐνετείλω ἡμῖν εἰπών· 
 
Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς.
 
Δώρησαι ἡμῖν διὰ τοῦ Ἁγίου Σου Πνεύματος τὴν δύναμιν τοῦ ταπεινοῦν ἑαυτοὺς ὁ εἷς ἐνώπιον τοῦ ἑτέρου, ἐν τῷ κατανοεῖν ὅτι, ἐάν τις πλεῖον ἀγαπᾷ, πλεῖον καὶ ταπεινοῦται.
 
Δίδαξον ἡμᾶς εὔχεσθαι ὁ εἷς ὑπὲρ τοῦ ἄλλου, ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζειν ἐν ὑπομονῇ καὶ ἕνωσον ἡμᾶς τῷ συνδέσμῳ τῆς ἀκαταλύτου ἀγάπης ἐν τῷ Ὀνόματί Σου τῷ Ἁγίῳ, χαριζόμενος ἡμῖν ὡσαύτως τοῦ ὁρᾶν ἐν ἑκάστῳ ἀδελφῷ καὶ ἑκάστῃ ἀδελφῇ ἡμῶν τὴν εἰκόνα τῆς ἀῤῥήτου δόξης Σου καὶ μὴ ἐπιλανθάνεσθαι ὅτι «ὁ ἀδελφὸς ἡμῶν ἡ ζωὴ ἡμῶν ἐστι».
 
Ναί, Κύριε, ὁ τῇ Σῇ εὐδοκίᾳ ἐπισυναγαγὼν ἡμᾶς ἐπὶ τὸ αὐτό, ποίησον ἡμᾶς γενέσθαι ἐν ἀληθείᾳ μίαν οἰκογένειαν, ζῶσαν ἐν μιᾷ καρδίᾳ, μιᾷ θελήσει, μιᾷ ἀγάπῃ, ὡς εἷς ἄνθρωπος, κατὰ τὴν περὶ τοῦ προπάτορος Ἀδὰμ προαιώνιον βουλήν Σου. 
Ἐπισκίασον τὸν οἶκον ἡμῶν τῷ τοῦ φόβου Σου πνεύματι καὶ σκέπασον αὐτὸν τῇ σκέπῃ τῆς Παναχράντου Σου Μητρός, (τῶν ἁγίων ὧν φέρομεν τὰ ὀνόματα καὶ ὧν εὐλαβούμεθα) καὶ πάντων τῶν Ἁγίων Σου, εὐλογῶν καὶ ὑπερασπιζόμενος ἕνα ἕκαστον τῶν ἐνθάδε διαμενόντων (μνημονεύομεν τὰ ὀνόματα τῶν μελῶν τῆς οἰκογενείας), διαφυλάττων ἡμᾶς ἐκ φθοροποιῶν λογισμῶν, ἀναρμόστων λόγων ἢ κινήσεων καρδίας, ἐπιβλαπτόντων τὴν εἰρήνην καὶ τὴν ὁμόνοιαν, ὅπως οἰκοδομηθῇ ὁ οἶκος οὗτος ἐπὶ τὴν πέτραν τῶν εὐαγγελικῶν Σου ἐντολῶν, εἰς τόπον προσευχῆς, ἁγιασμοῦ καὶ σωτηρίας δι᾿ ἡμᾶς αὐτοὺς καὶ διὰ πάντας τοὺς ἐπισκεπτομένους ἡμᾶς, τοὺς κοπιῶντας καὶ πεφορτισμένους ἀδελφοὺς καὶ ἀδελφὰς ἡμῶν, ἵνα πάντες εὕρωμεν ἀνάπαυσιν ἐν Σοί, τῷ πράῳ καὶ ταπεινῷ Βασιλεῖ ἡμῶν, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. 
 
Ἀμήν.

Τετάρτη 11 Ιουλίου 2012

ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΠΡΙΝ ΛΙΓΕΣ ΗΜΕΡΕΣ

Σε καιρούς πλέον που οι άνθρωποι,ακόμη και Χριστιανοί, αποψυχούν από φόβου και προσδοκίας των επερχομένων τη οικουμένη ,(Λουκ,21,26)και μία βαθιά αγωνία και απελπισία συνταράσσει τις ψυχές τους, μόλις πριν δύο μέρες περνώντας από την Κόνιτσα και συζητώντας με συγγενείς του Γέροντος Παίσίου έμαθα για ένα πρόσφατο και συγκλονιστικό θαύμα που έλαβε χώρα στην Ι.Μονή Σουρωτής από τον Γέροντα Παίσιο.
Ίσως μου ξεφεύγουν πολλές λεπτομέριες αλλά θα παραμείνω με λίγα λόγια στην ουσία των πραγμάτων ως εξής.

Πρίν λίγο καιρό ασθένησε σοβαρά ένα μικρό παιδί στην βόρεια Ελλάδα. Οι ειδήμονες γιατροί αμέσως έστειλαν την οικογένεια και το παιδί στο διαβαλκανικό κέντρο στην Θεσσαλονίκη για να γίνουν οι απαραίτητες εξετάσεις. Φθάνοντας (πριν 15 ημέρες περίπου) λοιπόν απελπισμένοι οι γονείς στην θεσσαλονίκη για να επισκεφθούν την επόμενη μέρα το αναφερόμενο κέντρο σκέφθηκαν να περάσουν την παραμονή το απόγευμα από την Ι.Μονή Σουρωτής προκειμένου να προσκυνήσουν τα Ιερά Λείψανα του Οσίου Αρσενίου και τον τάφο του π.Παϊσίου. Όμως εκείνη την ημέρα, μάλλον Τετάρτη, το Μοναστήρι μένει πλεον κλειστό για περισσότερη προσευχή, και έτσι η δοκιμαζόμενη οικογένεια βρήκε κλειστή την θύρα. Δεν πέρασαν λίγα δευτερόλεπτα και ένας ηλικιωμένος Μοναχός με την μαγκουρίτσα του κατέβαινε από πάνω από τα δέντρα του πάρκιν της Μονής.
-Γιά σας ευλογημένα!τους χαιρέτισε .Γιατί δεν μπαίνετε μέσα στο μοναστήρι?
-Μα είναι η πόρτα κλειστή.
-Όχι βρε παιδιά, ανοιχτά είναι! άντε ανοίχτε.
Και τούτη την φορά το πόμολο γύρισε και εισήλθαν έκπληκτοι και χαρούμενοι στην αυλή της Μονής.
Ύστερα από λίγα δευτερόλεπτα και αφού ανέβαιναν στα σκαλοπάτια κάτω από το κωδονοστάσι, τους συνάντησε με απορία μία Μοναχή όπου και τους ρώτησε με έκπληξη¨ καλά πως μπήκατε μέσα?δεν είναι κλειστά?
-'Οχι !ένας μοναχός μας άνοιξε και μας είπε να έρθουμε εδώ!
-Ποιος Μοναχός? ρώτησε η Καλόγρια.
-Ένας ηλικιωμένος.
Τότε δείχνοντάς τους η ευλαβής Μοναχή την φωτογραφία του π.Παίσίου έμειναν με το στόμα ανοικτό διαπιστώνοντας πως αυτός ο Μοναχός ήταν που πριν λίγο τους προσήγαγε με βεβαιότητα μέσα στο ησυχαστήριο , όπως κάποιος βάζει τους καλεσμένους του στο δικό του σπίτι.
Την επομένη ημέρα και αφού έγιναν οι σχετικές εξετάσεις στο διαβαλκανικό διαβεβαίωσαν οι γιατροί πως το παιδάκι είναι τελείως καθαρό και υγιή από κάθε αρρώστια!!!
"ΘΑΥΜΑΣΤΟΣ Ο ΘΕΟΣ ΕΝ ΤΟΙΣ ΑΓΙΟΙΣ ΑΥΤΟΥ"

Πρεσβύτερος Διονύσιος Ταμπάκης- Ιερός Ναός Παναγίας Ναυπλίου.9-7-2012

Σάββατο 7 Ιουλίου 2012

Η ριζα του Ιεσσαί



Έτσι όπως κάνεις έτσι όπως πας,
το δρόμο χάνεις και παραπατάς
μη μου ζορίζεσαι
πάει βαθιά η ρίζα του Ιεσσαί...

Το ευχαριστώ που σου χρωστώ
είναι βαθύ, βαθύτερο απ' τον έρωτα
κι όμως αυτό το ευχαριστώ
δεν έχω βρει τα λόγια να στο πω!

Να μην τρομάζεις, μη σταματάς
μπρος να κοιτάζεις και να μ' αγαπάς
Μην απελπίζεσαι
είναι βαθιά η ρίζα του Ιεσσαί...

Να μην τρομάζεις να μ' αγαπάς
μπρος να κοιτάζεις να μην απελπίζεσαι
κι όταν δειλιάζεις και δε τολμάς
να μ' αγκαλιάζεις και να προχωράς!

Το ευχαριστώ που σου χρωστώ
είναι βαθύ, βαθύτερο απ' τον έρωτα
το σ' αγαπώ αυτό...
Ακόμα ψάχνω τρόπο να στο πω!

Το ευχαριστώ που σου χρωστώ
είναι βαθύ, βαθύτερο απ' τον έρωτα
κι όμως αυτό το ευχαριστώ
Δεν έχω βρει το τρόπο να στο πω!

Aγγελοι


Παρασκευή 6 Ιουλίου 2012

Ο βασιλιάς και οι τέσσερις γυναίκες

Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας πλούσιος Βασιλιάς που είχε τέσσερις γυναίκες.
Αγαπούσε την τέταρτη γυναίκα όσο ήταν δυνατόν περισσότερο και την καλλώπιζε με πλούσια επίσημα ενδύματα και της προσέφερε τα καλύτερα φαγητά. Της έδινε τα καλύτερα.
Επίσης αγαπούσε την τρίτη γυναίκα πάρα πολύ και πάντα την επεδείκνυε στα γειτονικά βασίλεια. Παρόλα αυτά φοβόταν ότι μια μέρα θα τον άφηνε για κάποιον άλλον.
Επίσης αγαπούσε την δεύτερη γυναίκα. Ήταν η έμπιστη του και ήταν πάντα ευγενική, προσεκτική και υπομονετική με αυτόν. Κάθε φορά που ο Βασιλιάς αντιμετώπιζε ένα πρόβλημα, μπορούσε να την εμπιστευτεί και αυτή θα τον βοηθούσε στις δύσκολες στιγμές.
Η πρώτη γυναίκα του Βασιλιά ήταν πολύ αφοσιωμένη σύντροφος και είχε μεγάλη συνεισφορά στην διατήρηση του πλούτου και του βασιλείου. Παρόλα αυτά δεν έδειχνε ότι αγαπούσε την πρώτη γυναίκα, αν και την αγαπούσε βαθιά, σπάνια έδειχνε ενδιαφέρον για αυτήν!
Μια μέρα, ο Βασιλιάς έπεσε άρρωστος και ήξερε ότι ο χρόνος του ήταν λίγος. Σκέφτηκε την πλούσια ζωή που πέρασε και αναρωτήθηκε «Τώρα έχω τέσσερις γυναίκες μαζί μου, αλλά όταν πεθάνω θα είμαι τελείως μόνος».
Έτσι, ρώτησε την τέταρτη γυναίκα: «Σε έχω αγαπήσει όσο το δυνατόν περισσότερο, σου χάρισα τα καλύτερα ρούχα και έδειξα μεγάλο ενδιαφέρον για εσένα. Τώρα πεθαίνω. Θα με ακολουθήσεις να μου κάνεις παρέα;».
«Σε καμία περίπτωση». Απάντησε η τέταρτη σύζυγος και απομακρύνθηκε χωρίς να πει τίποτα άλλο».
Η απάντησή της σαν ρομφαία διαπέρασε την καρδιά του. Ο λυπημένος Βασιλιάς ρώτησε την τρίτη γυναίκα. «Η ζωή είναι τόσο ωραία. Τώρα πεθαίνω. Θα με ακολουθήσεις να μου κάνεις παρέα;»
«Όχι!» απάντησε η τρίτη σύζυγος. «Η ζωή είναι τόσο ωραία! Όταν πεθάνεις, θα ξαναπαντρευτώ!» Η καρδιά του έσβησε και έγινε κρύα.
Έτσι μετά ρώτησε την δεύτερη σύζυγό του «Πάντα σε βοηθούσα και εσύ πάντα ήσουν εκεί για εμένα. Τώρα πεθαίνω. Θα με ακολουθήσεις να μου κάνεις παρέα;»
«Συγγνώμη, δεν μπορώ να σε βοηθήσω αυτή την ώρα!», απάντησε η δεύτερη σύζυγος. «Το πιο πολύ, μπορεί να σε στείλω στον τάφο». Η απάντησή της ήρθε σαν κεραυνός και ο Βασιλιάς ισοπεδώθηκε.
Τότε μια φωνή ακούγεται «Θα φύγω μαζί σου και θα σε ακολουθήσω όπου και αν πας».
Ο Βασιλιάς κοίταξε επάνω και ήταν η πρώτη του σύζυγος. Ήταν τόσο σκελετωμένη σαν να υπέφερε από υποσιτισμό και παραμέληση. Ο Βασιλιάς είπε «Θα ενδιαφερόμουν για σένα όταν είχα την ευκαιρία!».
Πραγματικά, όλοι έχουμε τέσσερις γυναίκες στη ζωή μας.
Η τέταρτη είναι το σώμα μας. Ανεξάρτητα από πόσο χρόνο και προσπάθεια καταβάλουμε στο να φαίνεται ωραίο, θα μας αφήσει όταν πεθάνουμε.
Η τρίτη μας γυναίκα είναι η περιουσία, η κοινωνική υπόσταση και ο πλούτος. Όταν πεθαίνουμε όλα θα πάνε σε άλλους.
Η δεύτερη γυναίκα είναι η οικογένεια και οι φίλοι μας. Ανεξάρτητα πόσο χρόνο είμαστε μαζί τους, το πιο πολύ που μπορεί να κάνουν είναι να σταθούν πάνω από τον τάφο μας.
Και η πρώτη μας γυναίκα είναι η ψυχή μας. Συχνά παραμελημένη στο κυνήγι του πλούτου, της δύναμης και των χαρών του κόσμου.
Παρόλα αυτά, η ψυχή μας είναι το μόνο πράγμα που θα μας ακολουθήσει όπου και αν πάμε.
Έτσι, καλλιεργήστε την. Δυναμώστε την και φερθείτε της με τρυφερότητα, γιατί είναι το μόνο μέρος του σώματός μας που θα μας ακολουθήσει στον θρόνο του Θεού και θα συνεχίσει μαζί μας στην αιωνιότητα και στην επόμενη ζωή μας.
Όταν ο κόσμος πιέζει τα γόνατά σου… είσαι στην κατάλληλη στάση για προσευχή…

Το πρώτο ξεκίνημα..

Ο Θεός στοχεύει τόν άνθρωπο και τον επισκέπτεται από το πρωί έως το βράδυ και από το βράδυ έως το πρωί.
Διηνεκώς καί καθ’ όλη την αιωνιότητα ο Θεός αναμένει υπομονετικά στην θύρα της ανθρώπινης καρδιάς, καί μόλις ανακαλύψει έστω και ένα ελάχιστο άνοιγμα, λίγη ταπεινή διάθεση και ευγνωμοσύνη δηλαδή, εισχωρεί και φυσικά συνεορτάζει μέ τον άνθρωπο.
Το βιβλίο της αποκαλύψεως αποκαλεί την πρώτη αυτή επίσκεψη του Θεού “πρώτη αγάπη”.
Πρόκειται για το ξεκίνημα της συμπορεύσεώς μας με τον Θεό, καί οφείλουμε να συνεχίσουμε την πορεία ἐπάξια.

Πιστοί στην Διαθήκης της Αγάπης (σελ 142) αρχιμ. ΖΑΧΑΡΙΑ  εκδ. Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου Εσσεξ Αγγλίας.

Πέμπτη 5 Ιουλίου 2012

Συμβουλές των Πατέρων της Εκκλησίας για τον τρόπο της προσευχής.



1. 
«Όταν δοξολογήσεις, χρησιμοποιώντας περικοπές της Αγ. Γραφής, όσο μπορείς, και απευθύνεις ύμνο στο Θεό, τότε να αρχίσεις και να λες με ταπεινοφροσύνη: «Εγώ, Κύριε, δεν είμαι άξιος να σου μιλήσω, γιατί είμαι πολύ αμαρτωλός».
Ακόμη κι αν η συνείδησή σου δεν σε ελέγχει για κάτι κακό, έτσι πρέπει να λες, γιατί κανείς δεν είναι αναμάρτητος, παρά μόνον ο Θεός. Γιατί, ενώ κάνουμε πολλά αμαρτήματα, τα περισσότερα ούτε τα γνωρίζουμε. Γι’ αυτό ο Απ. Παύλος λέει: «Η συνείδησή μου δεν με ελέγχει για τίποτε, αλλά με αυτό δεν είμαι δικαιωμένος» (Α΄ Κορ. 4, 4). Δηλαδή, πολλά αμαρτήματα κάνω, αλλά δεν τα αντιλαμβάνομαι. Γι’ αυτό και ο προφήτης λέει: «Ποιός θα μπορέσει να αντιληφθεί τα παραπτώματά του;» (Ψαλμ. 18,13).
Ώστε λοιπόν δεν ψεύδεσαι, εάν πεις τον εαυτό σου αμαρτωλό. Γιατί, αν και είσαι λογικός, αμαρτάνεις και μόνο με το να λες ότι δεν είμαι αμαρτωλός! Λέγε λοιπόν καλύτερα: Είμαι αμαρτωλός περισσότερο απ’ όλους τους αμαρτωλούς, γιατί παραβαίνω την εντολή που ορίζει: «Όταν κατορθώσετε όλα όσα σας διέταξε ο Θεός, πρέπει να λέτε ότι είμαστε δούλοι άχρηστοι, γιατί εκείνο που είχαμε χρέος να κάνουμε, αυτό κάναμε» (Λουκ. 17, 10). Έτσι θα πρέπει να σκέπτεσαι πάντοτε, ότι είμαι άχρηστος!
Επίσης και τούτο: «Με την ταπεινοφροσύνη να θεωρεί ο καθένας σας όλους τους άλλους ανώτερους από τον εαυτόν του» (Φιλιπ. 2,3).
Να προσεύχεσαι λοιπόν στο Θεό με φόβο και ταπεινοφροσύνη.
Όταν λοιπόν απευθύνεις λόγο ταπεινοφροσύνης και πεις: «Σ’ ευχαριστώ, Κύριε, γιατί μακροθύμηοες για τα παραπτώματά μου και με άφησες ατιμώρητο μέχρι τώρα. Γιατί εγώ ήμουν άξιος να πάθω ήδη πολλά δεινά και να απορριφθώ από το πρόσωπό Σου, αλλ’ η ανεξίκακη φιλανθρωπία Σου μακροθύμησε σε μένα. Σ’ ευχαριστώ, αν και δεν είμαι ικανός να ευχαριστήσω την ανεξικακία Σου».
Κι όταν τελειώσεις και τα δύο, και τη δοξολογία και την ταπεινοφροσύνη, τότε λοιπόν ζήτησε αυτό που έχεις ανάγκη να ζητήσεις. Όχι πλούτο, όπως προανέφερα, όχι επίγεια δόξα, όχι υγεία τού σώματος. Γιατί Αυτός σε έπλασε και φροντίζει για τη σωτηρία σου και γνωρίζει τι συμφέρει στον καθένα, είτε να υγιαίνει είτε να ασθενεί. Αλλά να ζητάς, σύμφωνα με την εντολή που πήρες, τη βασιλεία του Θεού (Ματθ. 6, 33). Γιατί για τις ανάγκες του σώματός σου, όπως είπα, Αυτός θα φροντίσει».

(Μεγ. Βασιλείου, απ’ το έργο του «Ασκητικαί Διατάξεις»)


      2. 
«Κι αν ακόμη βρίσκεσαι στην αγορά, μπορείς να συγκεντρωθείς και να ψάλλεις στον Θεό, χωρίς να ακούει κανείς, αφού κι ο Μωυσής έτσι προσεύχεται και εισακούστηκε. Γιατί λέγει, «Γιατί φωνάζεις σ’ εμένα;» (Εξ. 14,15). Αν και δεν είπε τίποτα, αλλά φώναζε μέσα του. Γι’ αυτό και μόνο ο Θεός άκουσε.
Γιατί δεν υπάρχει εμπόδιο κι όταν περπατάς να προσεύχεσαι νοερά και να είναι η σκέψη σου στους ουρανούς».

(Αγ. Ιωαν. Χρυσοστόμου, απ’ την Θ΄ Ομιλία του «Προς  Κολασσαείς»)


3.
 «Να μην προσεύχεσαι με παρρησία, έστω κι αν αισθάνεσαι καθαρότητα για τον εαυτό σου, αλλά μάλλον πλησίασε με πολλή ταπεινοφροσύνη, και θα λάβεις περισσότερη παρρησία.
Κι αν ακόμα έχεις ανεβεί όλη την κλίμακα των αρετών, να προσεύχεσαι για την άφεση των αμαρτιών σου, ακούγοντας τον Παύλο να φωνάζει και να λέει για τους αμαρτωλούς, «πρώτος από τους οποίους είμαι εγώ» (Α Τιμ. 1,15).
Άλλη η αγαλλίαση που νιώθουν κατά την προσευχή οι αδελφοί που ζουν στα κοινόβια, κι άλλη εκείνη που δημιουργείται στους ησυχαστές. Η πρώτη ίσως να συνοδεύεται κι από κάποια κενοδοξία, ενώ η άλλη είναι γεμάτη από ταπεινοφροσύνη».

(Αγ. Ιωαν. της Κλίμακας,  απ’ τον ΚΗ΄ Λόγο του «Περί της ιεράς και μακαρίας προσευχής»)


Τετάρτη 4 Ιουλίου 2012

Πώς παντρεύτηκε

Και θυμάμαι τη συγκίνηση ενός φίλου μου που έλεγε “σιγά μην παντρευτώ, σιγά μη με παντρευτεί καμιά κοπέλα”. 
Είχε λίγο απογοητευτεί και στη ζωή του ήταν κλονισμένος. 
“Ε, ας βρω μία όποια να’ναι. Μια να βρεθεί να με πάρει κι εμένα τον καημένο”.
Δηλαδή, ήθελε απλώς μια απλή κοπέλα. Μια κοπέλα να’ναι! Εντάξει, χωρίς απαιτήσεις και χωρίς αξιώσεις. 
“Και οποιαδήποτε να’ναι. Θα με πάρει εμένα;”. 
 
..Και βρήκε όχι απλώς μια απλή, αλλά μια καταπληκτική κοπέλα! 
Σ’όλα τα επίπεδα: γνώσεων, παρουσιαστικού, ψυχολογίας, καρδιάς, νοικοκυροσύνης… 
Όλα τα καλά! Όλα τα καλά τα είχε! 
Ζήταγε κάτι ασήμαντο αυτός. Του δίνει ο Θεός -ξαφνικά, ε; εκεί που δεν το περίμενε, εκεί που η λογική του έλεγε ότι δεν γίνεται- του τα’δωσε όλα! 
 
Και μου έλεγε μετά: “Α, ρε πάτερ. Είδες που γκρίνιαζα στο Θεό; Τι έλεγα και τι μου’δωσε ο Θεός; Άλλα νόμιζα και άλλα ο Θεός μου ετοίμαζε”. 
Του λέω: “Δε λέω τίποτα, γιατί το’πες μόνος σου. Μόνος σου είπες κάτι πολύ θεολογικό: ότι ο Θεός μας είναι πλούσιος Θεός. Άπειρος Θεός. Αρχοντικός Θεός. Γενναιόδωρος. 

Ἔχουμε ἀδιαλείπτως ἕναν πειρασμὸ μπροστά μας… …διαρκῶς συμβαίνουν στὴν ζωὴ μας ἀπρόοπτα.

Ἔρχεσαι στὸ μοναστήρι γιὰ νὰ βρὴς πνευματικὴ ζωή, καὶ συναντᾶς κακούς.
 Εἶναι ἀπρόοπτο.
Ζητὰς κελλὶ ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ μοναστηριοῦ ποὺ δὲν ἔχει ὑγρασία, τὸ ἀποκτᾶς, διαπιστώνεις ὅμως ὅτι ἡ θάλασσα σοῦ προκαλεῖ ἀλλεργία, ὁπότε δὲν μπορεῖς νὰ χαρῆς οὔτε τὴν ἡμέρα οὔτε τὴν νύχτα. 
Ἀμέσως θὰ σοῦ πῆ ὁ λογισμός, σήκω νὰ φύγης. Εἶναι ἀπρόοπτο.
Σὲ πλησιάζω μὲ τὴν ἰδέα ὅτι εἶσαι καλὸς ἄνθρωπος καὶ βλέπω ὅτι εἶσαι ἀνάποδος. Ἀπρόοπτο.
Παρουσιάζονται συνεχῶς ἀπρόοπτα ἐνώπιόν μας, διότι ἔχομε θέλημα καὶ ἐπιθυμίες.
Τὰ ἀπρόοπτα εἶναι ἀντίθετα πρὸς τὸ θέλημα καὶ τὴν ἐπιθυμία μας, γι’ αὐτὸ καὶ μᾶς φαίνονται ἀπρόοπτα, στὴν οὐσία ὅμως δὲν εἶναι.
Διότι ἄνθρωπος ποὺ ἀγαπᾶ τὸν Θεὸν προσδοκᾶ τὰ πάντα καὶ λέγει πάντοτε
 «γενηθήτω τὸ θέλημά Σου». 
Θὰ ἔρθη βροχή, λαίλαπα, χαλάζι, κεραυνός; 
«Εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον». 
Ἐπειδὴ αὐτὰ κοστίζουν στὴν σαρκικότητά μας, γι’ αὐτὸ ἐμεῖς τὰ βλέπομε ὡς ἀπρόοπτα.
Γιὰ νὰ μὴν ταράσσεσαι λοιπὸν κάθε φορᾶ καὶ στεναχωριέσαι, γιὰ νὰ μὴν ἀγωνιᾶς καὶ προβληματίζεσαι, νὰ τὰ περιμένης ὅλα, νὰ μπορῆς νὰ ὑπομένης ὅτι ἔρχεται.
 Πάντα νὰ λές, καλῶς ἦλθες ἀρρώστια, καλῶς ἦλθες ἀποτυχία, καλῶς ἦλθες μαρτύριο.
Αὐτὸ φέρνει τὴν πραότητα, ἄνευ τῆς ὁποίας δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρχη καμία πνευματικὴ ζωή.


ΠΟΣΟ ΚΟΣΤΙΖΕΙ ΕΝΑ ΘΑΥΜΑ;

«Ένα κοριτσάκι, πήρε τον κουμπαρά του κι άδειασε το περιεχόμενο. Μέτρησε τρεις φορές τα κέρματα, του για να μην κάνει κανένα λάθος. Ήταν ένα δολάριο και 11 σέντς. Πήρε τα κέρματα και πήγε στο φαρμακείο της γειτονιάς.

Ο φαρμακοποιός, εκείνη την στιγμή, μιλούσε με ένα καλοντυμένο κύριο και δεν πρόσεξε την μικρή. Το κοριτσάκι έκανε κάποιο θόρυβο με τα πόδια του, αλλά τίποτε. Τότε πήρε ένα από τα κέρματα της και το χτύπησε πάνω στο γραφείο του.

- Τι θέλεις; την ρωτά κάπως εκνευρισμένος εκείνος. Δεν βλέπεις, ότι μιλώ με τον αδελφό μου, που έχω χρόνια να τον δω:
Τότε η μικρή του είπε:
- Θέλω να σου μιλήσω για τον αδελφό μου, που είναι πολύ άρρωστος, και θέλω να αγοράσω ένα θαύμα!
- Συγγνώμη, της απάντησε αυτός, αλλά δεν πουλάμε θαύματα.
- Ξέρετε, είπε το κοριτσάκι, ο αδελφός μου έχει κάτι στο κεφάλι του, που μεγαλώνει, κι ο μπαμπάς μου λέει, ότι μόνο ένα θαύμα θα μας σώσει. Λοιπόν, ποσό κάνει ένα θαύμα για να το αγοράσω. Έχω χρήματα… .
Ο αδελφός του φαρμακοποιού, που παρακολουθούσε με ενδιαφέρον την συζήτηση, ρώτησε την μικρή τι είδους θαύμα χρειαζόταν ο αδελφός της.

- Δεν ξέρω. του απάντησε με μάτια βουρκωμένα. Εκείνο που ξέρω είναι, ότι χρειάζεται εγχείρηση και ο μπαμπάς δεν έχει τα χρήματα. Γι' αυτό, θέλω να πληρώσω εγώ, με τα δικά μου χρήματα.
Στην ερώτηση του καλοντυμένου κυρίου, πόσα λεπτά έχει. Η μικρή του απάντησε «Ένα δολάριο και 11 σέντς, κι αν χρειασθούν και άλλα θα τα βρω».
- Τι σύμπτωση, χαμογέλασε ο καλοντυμένος κύριος. Είναι το ακριβές αντίτιμο για ένα θαύμα, για ένα μικρό αδελφό: Ένα δολάριο και 11 σεντς!
Πήρε τα λεπτά, έπιασε την μικρή απ' το χεράκι, και της είπε: «Πάμε μαζί στο σπίτι σου για να δω τον αδελφό σου και τους γονείς σου και να κάνουμε το θαύμα»...

Ο καλοντυμένος κύριος ήταν ο Κάρτον Άρσμποργκ, ο γνωστός νευροχειρουργός.
Η εγχείρηση έγινε με επιτυχία και ο μικρός αδελφός επέστρεψε στο σπίτι του υγιής.
- Η εγχείρηση ήταν ένα αληθινό θαύμα, ψιθύρισε η μαμά. Απορώ πόσο θα κόστισε.
Η μικρούλα χαμογέλασε. Ήξερε ακριβώς πόσο κοστίζει ένα θαύμα: «ένα δολάριο και 11 σέντς, συν την πίστη ενός μικρού παιδιού...». 


Σταμάτης Σπανουδάκης :«Πάντα στην Ελλάδα οι μονάδες έκαναν την διαφορά»


«Το δίλημμα παραμένει: Παπική τιάρα, ή τούρκικο σαρίκι;»
ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΑΠΟ ΤΟ “ΗΓΓΙΚΕΝ

Σας παρουσιάζουμε την συνέντευξη  που μας παρεχώρησε ο σπουδαίος Έλληνας συνθέτης Σταμάτης Σπανουδάκης τον οποίο κι ευχαριστούμε ιδιαίτερα για την τιμή που μας έκανε :

- Όλοι καταλαβαίνουμε ότι η κρίση που βιώνουμε πρωτίστως είναι πνευματική. Σε ποιον βαθμό θεωρείτε πως σε αυτήν συνετέλλεσε η αλλαγή στον τρόπο ζωής και επιβίωσης των Ελλήνων με την συγκέντρωση του πληθυσμού στις πόλεις και την αποκοπή από την αυτάρκεια της αγροτικής ζωής;
Μακάρι να το καταλαβαίναμε όλοι. Οι περισσότεροι όμως από εμάς, ακόμα μετράνε ανύπαρκτα κουκιά και τσακώνονται για το ξεφτισμένο και επικίνδυνο από καιρό, ευρωπαικό πάπλωμα. Ήτοι την πνευματικά αλλόθρησκη και εχθρική τρόικα, τους εγχώριους και ξένους στρατιώτες της, τα μικροκομματικά και προσωπικά θλιβερά εγχώρια συμφέροντα και τις διαρκείς και τόσο βαρετές από τηλεοράσεως “αποκαλύψεις” και διαπιστώσεις, από τους “ειδικούς” μας.
Έχουμε όλοι γίνει, σχολιαστές και παρατηρητές, της μιζέριας μας.
Η αλλαγή από ανθρώπινες μονάδες και ψυχές, σε απρόσωπα νούμερα και στατιστικές, είναι η χειρότερη συμφορά που μας βρήκε και είναι απολύτως αταίριαστη με την ελληνική παράδοση και διαχρονική πραγματικότητα της.
Πολλοί εξ ημών δέ, την θεωρούν εκσυγχρονισμό, πρόοδο. Μωραίνει Κύριος…..
- Ο Γιουνγκ υποτηρίζει ότι η μετατροπή των γερμανών από αγρότες που είχαν την ζωή στα χέρια τους, σε εξαρτώμενους εργάτες εργοστασίου και η ανασφάλεια που προκάλεσε αυτό ήταν το έδαφος πάνω στο οποίο “πάτησε” ο Χίτλερ για να αναδειχθεί. Σε ποιο βαθμό μπορεί η επιστροφή στην ύπαιθρο και στην φύση που αντανακλά τον Δημιουργό, τον Θεό μπορεί να μας εξανθρωπίσει ξανά και να μας δώσει την δυνατότητα να Τον ξανασυναντήσουμε και πόσο εφικτό είναι αυτό;
Όπου και να πάς και ό,τι και να κάνεις, θα κουβαλάς τον εαυτό σου. Στην περίπτωση μας, τον χαμένο πια, εαυτό σου. Ο σημερινός αγώνας, δεν μπορεί παρά να είναι, προσωπικός. Πάντα στην Ελλάδα οι μονάδες έκαναν την διαφορά. Ποτέ τα συστήματα, οι παρέες, ή και τα πλήθη ακόμα.
- Ποιο το πνευματικό μήνυμα της πνευματικής κρίσης που ζούμε σήμερα. Τι θέλει να μας πει ο Θεός;
Μετάνοια και επιστροφή στον εαυτό μας, τον Χριστό και την αληθινή Ελλάδα. Παρελθόν, παρόν και μέλλον ένα, μέσα στο φως και την αλήθεια Του.
- Σε ποιο βαθμό θεωρείτε ότι το ξεπέρασμα της κρίσης είναι στο χέρι μας; Τι πρέπει να κάνουμε;
Προσωπικό αγώνα, προσωπική μετάνοια. “Πάμε γι άλλες πολιτείες μελοντικές, να βρεθούμε σ΄ απεργίες προσωπικές, αν το θες“.  Αυτό το “αν το θες”, είναι το κλειδί για μένα. Η ευγένεια και αριστοκρατία, του πνεύματος της αγάπης.
- Είδαμε τις συγκεντρώσεις των αγανακτισμένων και άλλες αντιδράσεις του λαού. Γιατί θεωρείτε ότι απέτυχαν; Όταν απέναντι στην εξουσία υπάρχει μία ηγεσία που αγνοεί την θέληση της πλειοψηφίας του λαού πώς μπορεί να αντιδράσει αυτός;
Μόνο με κατάληλους ηγέτες, μπορεί ο λαός να μεγαλουργήσει. Και το είδος σπανίζει διεθνώς. Η πνευματική σήψη, είναι πια παγκόσμια. Στροφή στα πνευματικότερα και ακλόνητη και απόλυτη πίστη, βλέπω εγώ σαν μόνη ελπίδα.
Μοναχικούς αγώνες και προσευχή.
- Μετά το επεισόδιο Κασσιδιάρη – Κανέλη και τα βάρβαρα οικονομικά μέτρα εναντίον ανήμπορων συμπατριωτών μας, αναρωτιέται κανείς τι τελικά είναι βία. Για εσάς τι είναι βία;
Τα μέτρα, αλλά και οι χρόνιες ενοχλητικές συμπεριφορές των πολιτικών αλλά και των τηλεοπτικών μας αρχόντων, είναι η αιτία των περισσοτέρων κακών. Και δυστυχώς, συνεχίζουν αμετανόητοι. Και δυστυχώς, εξακολουθούμε να τους ψηφίζουμε. Είτε με την ψήφο, είτε με το τηλεκοντρόλ. Βία είναι και η συνεχής προβολή των ίδιων άχρηστων και “προοδευτικών” ανθρώπων από όλη την συνωμοτούσα, μιντιακή πραγματικότητα. Η χειρότερη όμως βία είναι, το να χτυπάς τον αδύνατο. Εκεί πια, τα βάζεις με τον Θεό.
- Παρακολουθούμε την εκκωφαντική σιωπή των πνευματικών ποιμένων, την ώρα που ο ελληνικός λαός υφίσταται σιωπηλή γενοκτονία. Μήπως είμαστε πολύ αυστηροί μαζί τους ή μήπως πράγματι η κρίση συμπαρέσυρε και την πνευματική μας ηγεσία;
Η πραγματική πνευματική ηγεσία, ήταν, είναι και θα είναι, πάντα στό περιθώριο.
Εξ άλλου πώς να μιλήσεις, όταν όλοι φωνάζουν και κανείς δεν ακούει;
- Ο Μέγας Αλέξανδρος, στο πρόσωπο του οποίου είναι αφιερωμένο μέρους του έργου σας, πριν χιλιάδες χρόνια, έφτασε ως τις Ινδίες για να μεταδώσει το φως του τότε ελληνικού πολιτισμού, σε έθνη που είχαν εκπέσει στην βαρβαρότητα. Η χώρα μας σήμερα έχει κατακλισθεί από λαθρομετνάστες που οι περισσότεροι προέρχονται από τα ίδια έθνη και τις περιοχές που ο Αλέξανδρος κατέκτησε.
α – Γιατί τα αυτά έθνη και οι περιοχές επανήλθαν στην βαρβαρότητα με το πέρας του χρόνου;
Γιατι χάθηκαν οι Αλέξανδροι.
β – Βλέπετε μια διαχρονική επανάληψη του μοτίβου της σύγκρουσης ελληνισμού – ακόμη και με την υπόσταση της βυζαντινής αυτοκρατορίας – και ανατολής;
Το δίλημμα παραμένει: Παπική τιάρα, ή τούρκικο σαρίκι;
γ – Πόσο αναγκαία είναι η ανάδειξη ενός νέου Μ. Αλέξανδρου που θα μεταδώσει εκ νέου το φως του πολιτισμού σε αυτά τα έθνη;
Όσο το νερό στην έρημο.
- Στο τραγούδι σας «Θά ‘ρθεις σαν αστραπή» υπάρχουν υπαινιγμοί σχετικά με την επάνοδο της Πόλης στα χέρια των Ελλήνων όπως έχει προφητευθεί από τον Πατροκοσμά και άλλους αγίους και για το οποίο έκανε μεγάλο αγώνα να ενημερωθεί ο κόσμος, ο γέροντας Παΐσιος. Ποιο το νόημα ενός τέτοιου γεγονότος, εφ’ όσον συμβεί;
Ο Θεός να δώσει, νά ‘μαστε έτοιμοι και άξιοι για μια τέτοια τιμή.Τώρα πάντως, δεν είμαστε.
- Πολλοί γέροντες και άγιοι έχουν μιλήσει για μια επερχόμενη επώδυνη διαδικασία παγκόσμιας κάθαρσης και για τον μεγάλο ρόλο του ελληνισμού, μέσω της ορθοδοξίας, κατόπιν αυτής. Θεωρείτε πως πρόκειται για ευσεβή πόθο ή αυτοεκπληρούμενη προφητεία και αν όχι ποια είναι εκείνα τα στοιχεία σήμερα που μας κάνουν να αισιοδοξούμε ότι μπορούμε να ανταποκριθούμε σε έναν τέτοιο ρόλο;
Ό,τι και όσα λένε οι γέροντες, είναι πολύ πιο αληθινά, σημερινά και επίκαιρα από οποιοδήποτε “επίκαιρο” τίτλο ή συμβάν, σημερινής εφημερίδας ή τηλεόρασης.
- Ποια στοιχεία θεωρείτε ότι πρέπει να είναι τα θεμέλια της νέας Ελλάδας που θα προκύψει μετά το ξεπέρασμα της κρίσης;
Πίστη, ανθρωπιά, παληκαριά και πάνω απ΄ όλα, αλήθεια.
- «Μετά την μπόρα την δαιμονική θά’ρθει η λιακάδα η θεϊκή» αναφέρει ο γέροντας Παΐσιος. Πώς φαντάζεστε την ζωή μετά το ξεπέρασμα της κρίσης;
Μακάρι να την αξιωθούμε. Την φαντάζομαι λίγο όπως ο Ιωάννης στην αποκάλυψη·  Καί είδον νεα γη και ουρανό .
- Εάν είχατε την δυανατότητα να απευθύνεται ένα μήνυμα σε όλον τον ελληνικό λαό, τι θα του λέγατε;
Γκρέμισε τα ψεύτικα είδωλα, που μόνος σου ύψωσες και γύρνα τρέχοντας σαν μικρό παιδί, στην πάντα ανοιχτή  αγκαλιά, του Χριστού. Περιμένει.
- Σας ευχαριστώ

Ανάλυση της Ευχής «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με τον αμαρτωλόν»



του  Aρχιμ. Aιμιλιανού
Προηγουμένου I. M. Σίμωνος Πέτρας

Tην προσευχήν του Aγίου Όρους ποιός δεν την γνωρίζει; Aποτελείται από μίαν φράσιν μικράν, από μετρημένας τας λέξεις.

Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με τον αμαρτωλόν

Mε την βοεράν κραυγήν «Kύριε», δοξολογούμεν τον Θεόν, την ένδοξον μεγαλειότητά Tου, τον βασιλέα του Iσραήλ, τον δημιουργόν της ορατής και αοράτου κτίσεως, όν φρίττουσι τα Σεραφείμ και τα Xερουβείμ.
Mε την γλυκυτάτην επίκλησιν και πρόσκλησιν «Iησού», μαρτυρούμεν, ότι είναι παρών ο Xριστός, ο σωτήρ ημών, και ευγνωμόνως τον ευχαριστούμεν, διότι μας ητοίμασε ζωήν αιώνιον.
Mε την τρίτην λέξιν «Xριστέ», θεολογούμεν, ομολογούντες ότι ο Xριστός είναι αυτός ο Yιός του Θεού και Θεός. Δεν μας έσωσε κάποιος άνθρωπος, ούτε άγγελος, αλλά ο Iησούς Xριστός, ο αληθινός Θεός.

Eν συνεχεία, με την ενδόμυχον αίτησιν «ελέησόν με», προσκυνούμεν και παρακαλούμεν να γίνη ίλεως ο Θεός, εκπληρών τα σωτήρια αιτήματά μας, τους πόθους και τας ανάγκας των καρδιών μας.
Kαι εκείνο το «με», τί εύρος έχει! Δεν είναι μόνον ο εαυτός μου – είναι άπαντες οι πολιτογραφηθέντες εις το κράτος του Xριστού, εις την αγίαν Eκκλησίαν, είναι όλοι αυτοί που αποτελούν μέλος του ιδικού μου σώματος.
Kαι, τέλος, διά να είναι πληρεστάτη η προσευχή μας, κατακλείομεν με την λέξιν «τόν αμαρτωλόν», εξομολογούμενοι – πάντες γάρ αμαρτωλοί εσμεν – καθώς εξωμολογούντο και όλοι οι Άγιοι και εγίνοντο διά ταύτης της φωνής υιοί φωτός και ημέρας.
Eξ αυτών αντιλαμβανόμεθα, ότι η ευχή εμπεριέχει
δοξολογίαν,
ευχαριστίαν,
θεολογίαν,
παράκλησιν
και εξομολόγησιν

ΠΗΓΗ