Αποφθέγματα

Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2009

ΕΙΔΗΣΙΣ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ ΑΝΙΑΤΟΥ


Θέλω νὰ ξεσπάσω καὶ νὰ βγάλω ἀπὸ μέσα μου τὴ μεγάλη ὀργὴ ποὺ μὲ συνταράσσει.

Τὴ μεγάλη μου ὀργὴ ἐναντίον τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου, τοῦ ἐσχάτου ἐχθροῦ.

Ἐναντίον τοῦ ἐσχάτου ἐχθροῦ ποὺ μοῦ κρύβεται ὕπουλα παντοῦ, ποὺ ἀπειλεῖ ἀναιδῶς ἐμένα καὶ τοὺς ἀγαπημένους μου, τὰ ἀναρίθμητα πρόσωπα τῆς ἀνθρώπινης φύσης, τοὺς γνωστοὺς καὶ τοὺς ἀγνώστους μου, παγγενῆ τὸν Ἀδὰμ καὶ κάθε ὀμορφιά.

Καταγγέλλω τὴ φθορὰ καὶ τὸν θάνατο, τὸν ἔσχατο ἐχθρό καὶ ὅλη του τὴν ἀσχήμια.

Τοὺς μισῶ καὶ ποτὲ δὲν θὰ συμφιλιωθῶ μαζί τους.

Πότε δὲν θὰ λάβω οὔτε θὰ δώσω σὲ ἄλλους καταπραϋντικὰ αὐτῆς τῆς ἁγίας ὀργῆς.

Ἀπορρίπτω μετὰ βδελυγμίας τὰ πλατωνικά παυσίπονα. Τὰ σχετικὰ ἀναλγητικά καὶ ἠρεμιστικὰ τὰ ἐπιγραφόμενα χριστιανικὰ τὰ πετῶ μὲ ἀηδία στὰ σκουπίδια.

Θέλω νὰ βιώσω τὴν ὀδύνη τῆς ὕπαρξης.

Κανεὶς δὲν θὰ μὲ ὑποχρεώσει νὰ τὴν ἀπωθήσω.

Ἀφῆστε με νὰ θρηνήσω σὺν τῷ Χριστῷ τὸν φίλον Λάζαρον, τὸν τεταρταῖο καὶ ἤδη ὄζοντα, ἀρχετυπικὰ τὸν παναδάμ τυλιγμένο στὰ σουδάρια τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου, τοῦ ἐσχάτου ἐχθροῦ.

Πότε δὲν θὰ ἀντικρύσω ἀπαθῶς «ἐν τοῖς τάφοις κειμένην τὴν κατ’ εἰκόνα θεοῦ πλασθεῖσα ὠραιότητα, ἄμορφον, ἄδοξον, μὴ ἔχουσαν εἶδος».

Γιὰ τὴν ἀθανασία τῶν ψυχῶν ποτὲ δὲν θὰ φιλοσοφήσω.

Δὲν πουλῶ τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο.

Ἐγὼ προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν.

Καρτερῶ τὴν ὀμορφιὰ ποὺ θὰ σώσει τὸν κόσμο.

Μὲ τίποτε ἄλλο δὲν θὰ συμβιβασθῶ.

Δὲν θὰ βάλω ψυχρὸ νερὸ στὸ θεολογικὸ μου κρασί.

-Δὲν τὸ πίνω ποτὲ χλιαρό. Μόνο ζέον. Γιὰ νὰ εἶναι ἡ μέθη νηφάλιος-

Δὲν πουλῶ τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο μὲ κανένα ἀντάλλαγμα,

μὲ καμία νιρβάνα, μὲ καμία ψυχολογικὴ ἀταραξία καὶ εὐδαιμονία,

μὲ καμία εὐταξία καὶ εὐπείθια, μὲ κανένα ἠθικὸ δίδαγμα, μὲ κανένα ὠφέλημα.

Καταγγέλλω τὴ φθορὰ καὶ τὸν θάνατο, τὸν ἔσχατο ἐχθρό καὶ τὴν ἀσχήμια του, μὲ ὅλη μου τὴ δύναμη.

Τούς μισῶ στὸ ὄνομα τοῦ σταυρωθέντος καὶ ταφέντος καὶ ἀναστάντος

Ἰησοῦ Χριστοῦ,

τοῦ ὠραίου κάλλει παρά πάντας βροτούς.

π. Ἠ.Κ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ ΚΑΙ ΝΟΜΟΣ. ΤΑ ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΑ.


ΕΞΗΓΟΡΑΣΑΣ ΗΜΑΣ
ΕΚ ΤΗΣ ΚΑΤΑΡΑΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ
ΤΩ ΤΙΜΙΩ ΣΟΥ ΑΙΜΑΤΙ
ΤΩ ΣΤΑΥΡῼ ΠΡΟΣΗΛΩΘΕΙΣ
ΚΑΙ Τῌ ΛΟΓΧῌ ΚΕΝΤΗΘΕΙΣ
ΤΗΝ ΑΘΑΝΑΣΙΑΝ
ΕΠΗΓΑΣΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΙΣ
ΣΩΤΗΡ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ

Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2009


Franz Kafka

Μπροστά στο Νόμο

(1925)

Μπροστά στο νόμο στέκει ένας θυρωρός, σ' αυτό το θυρωρό έρχεται ένας χωρικός και ζητά να μπει μέσα. Μα ο θυρωρός λέει πως δεν μπορεί να τον αφήσει τώρα να μπει. Ο άνθρωπος συλλογιέται και ύστερα ρωτά μήπως θα μπορούσε να μπει αργότερα. «Ίσως», λέει ο θυρωρός, «τώρα όμως όχι».

Μα η πύλη είναι ανοιχτή όπως πάντα και καθώς παραμερίζει ο θυρωρός, σκύβει ο άνθρωπος, για να κοιτάξει μέσα από την πύλη. Μόλις το αντιλήφθηκε αυτό ο θυρωρός, γελάει και λέει: «Αν τόσο σε σκανδαλίζει η πύλη, δοκίμασε να μπεις, μ' όλο που σου το απαγόρεψα. Πρόσεξε όμως: είμαι δυνατός. Και δεν είμαι παρά ο έσχατος απ' όλους τους θυρωρούς. Από αίθουσα σε αίθουσα είναι κι άλλοι θυρωροί, ο ένας πιο δυνατός από τον άλλο. Τη θέα του τρίτου ούτ' εγώ καλά-καλά μπορώ να την αντέξω». Τέτοιες δυσκολίες δεν τις περίμενε ο χωρικός. Ο νόμος ωστόσο πρέπει να 'ναι στον καθένα και πάντα προσιτός, σκέφτεται, και καθώς τώρα κοιτάζει προσεχτικά τον θυρωρό, τυλιγμένο στο γούνινο πανωφόρι του, με τη μεγάλη σουβλερή του μύτη, με τη μακριά, αραιή, μαύρη, τατάρικη γενειάδα, αποφασίζει πως είναι καλύτερα να περιμένει μέχρι να πάρει την άδεια να μπει.

Ο θυρωρός του δίνει ένα σκαμνί και τον αφήνει να καθίσει πλάι στην πύλη. Εκεί δα κάθεται μέρες και χρόνια. Κάνει πολλές προσπάθειες να του επιτρέψουν να μπει και κουράζει τον θυρωρό με τα παρακάλια του. Ο θυρωρός τού κάνει συχνά μικρές ερωτήσεις, τον ρωτάει για τον τόπο του και για πολλά άλλα. Μα οι ερωτήσεις του είναι αδιάφορες, όπως αυτές που κάνουν οι μεγαλοκύριοι και στο τέλος του λέει πάντα πως δεν μπορεί ακόμα να τον αφήσει να μπει. Ο άνθρωπος, που ήταν καλά εφοδιασμένος για το ταξίδι του, τα ξοδεύει όλα, ακόμη κι ό,τι πολύτιμο είχε, για να εξαγοράσει τον θυρωρό. Εκείνος τα δέχεται βέβαια όλα κι έπειτα λέει: «Τα δέχομαι μόνο και μόνο για να μη νομίσεις πως παράλειψες τίποτα».

Όλα αυτά τα πολλά χρόνια ο άνθρωπος παρατηρεί το θυρωρό αδιάκοπα. Απολησμονάει τους άλλους θυρωρούς κι αυτός ο πρώτος τού φαίνεται το μοναδικό εμπόδιο για να μπει στο νόμο. Καταριέται την κακή του τύχη. Τα πρώτα χρόνια χωρίς συγκρατημό και δυνατά, αργότερα, όσο γερνάει, μουρμουρίζει μόνο. Αρχίζει να ξεμωραίνεται και, μια και μελετώντας χρόνια το θυρωρό γνώρισε και τους ψύλλους του γούνινου γιακά του, παρακαλεί και τους ψύλλους να τον βοηθήσουν και ν'αλλάξουν τη γνώμη του θυρωρού.

Τέλος, εξασθενίζει το φως του και δεν ξέρει αν γύρω του στ’ αλήθεια σκοτεινιάζει, ή αν μοναχά τα μάτια του τον απατούν. Ωστόσο, τώρα διακρίνει μέσα στο σκοτάδι μια λάμψη, που ξεχύνεται άσβεστη μέσα από του νόμου την πύλη. Δεν έχει πια πολλή ζωή. Πριν από το θάνατό του σμίγουν οι πείρες όλης του της ζωής σε ένα ερώτημα, που ποτέ ως τα τώρα δεν είχε βάλει στο θυρωρό. Του γνέφει, γιατί δεν μπορεί πια ν' ανασηκώσει το ξυλιασμένο κορμί του. Ο θυρωρός πρέπει να σκύψει πολύ κοντά του, γιατί ο άνθρωπος έχει πολύ μαζέψει. «Τι θες ακόμα να μάθεις;» ρωτάει ο θυρωρός, «είσαι αχόρταγος...».

«Όλοι αγωνίζονται για το νόμο», λέει ο άνθρωπος, «πώς γίνεται να μην έχει ζητήσει όλα αυτά τα χρόνια κανένας άλλος εκτός από μένα να μπει;» Ο θυρωρός νιώθει πως ο άνθρωπος είναι πια στο τέλος του κι επειδή χάνεται η ακοή του, φωνάζει στ’ αυτί του μ’ όλη τη δύναμη της φωνής του για να τον ακούσει: «Κανένας άλλος δε μπορούσε να γίνει δεκτός εδώ, γιατί η είσοδος ήταν για σένα προορισμένη. Πηγαίνω τώρα να την κλείσω

Τετάρτη 21 Οκτωβρίου 2009

ΝΑ ΑΓΑΠΑΣ, ΝΑ ΞΕΧΝΑΣ ΚΑΙ ΝΑ ΧΑΙΡΕΣΑΙ

Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2009

Ὁ Ἅγιος Γεράσιμος, ὁ ἐν Κεφαλληνίᾳ,
ὁ νέος ἀσκητής καὶ σπηλαιώτης,
τῶν δαιμόνων ὁ φυγαδευτὴς,
τῶν κακοδόξων Λατίνων ὁ καθαιρέτης,
ἄς πρεσβεύει ὑπὲρ ἡμῶν
κι ἂς εἰρηνεύει
τῶν λογισμῶν καὶ τῶν καρδιῶν τὴν ταραχὴν καὶ τὴν ζάλην.
Ἀμήν.

Λέγει γὰρ ἡμῖν μυστικῶς καὶ πάλιν

"ΤΕΚΝΙΑ ΕΙΡΗΝΕΥΕΤΕ ΕΝ ΕΑΥΤΟΙΣ
ΚΑΙ ΜΗ ΤΑ ΥΨΗΛΑ ΦΡΟΝΕΙΤΕ"

Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2009

Πολιτογράφηση στοὺς οὐρανούς


Λουκ. ι΄, 16-21.

«Ἰδοὺ δίδωμι ὑμῖν τὴν ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καὶ σκορπίων καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, καὶ οὐδὲν ὑμᾶς οὐ μὴ ἀδικήσῃ. Πλὴν ἐν τούτῳ μὴ χαίρετε, ὅτι τὰ πνεύματα ὑμῖν ὑποτάσσεται· χαίρετε δὲ ὅτι τὰ ὀνόματα ὑμῶν ἐγγράφη ἐν τοῖς οὐρανοῖς»

Οἱ ἐβδομήκοντα μαθητὲς καλοῦνται ἀπὸ τὸν Χριστὸ νὰ μὴ χαίρονται γιὰ τὶς θεραπεῖες καὶ τὶς θαυματουργίες, γιὰ τὸ πλῆθος τῶν θαυμάτων καὶ τῶν ἰαμάτων, ἢ γιὰ τὶς ἐκδιώξεις τῶν πονηρῶν καὶ σκοτεινῶν πνευμάτων ποὺ τοῦς ἔδωσε ἐξουσία νὰ ἐπιτελοῦν ἀλλὰ μόνο διότι τὰ ὀνόματά τους γράφτηκαν στοὺς οὐρανούς.

Νὰ μὴ χαίρονται ἀφρόνως γιὰ τὸ ἔργο τους ἀλλὰ εὐγνωμόνως γιὰ τὸ δῶρο Του. Τὸ δῶρο εἶναι ὅτι δωρεὰν ἔχουν πολιτογραφηθεῖ στὴ δική Του Βασιλεία, ποὺ ἔχει -ἤδη ἀλλὰ ὄχι ἀκόμη- ἔλθει, ἔρχεται καὶ θὰ ἔλθει.

Νὰ χαίρονται λοιπὸν ὄχι ἀφρόνως ἀλλὰ εὐγνωμόνως.

Νὰ χαίρονται ὄχι για τὰ συντελεσμένα κατορθώματά τους ἀλλὰ γιὰ τὴν μελλοντική ταυτότητά τους. Ὄχι γιὰ ὅσα τοὺς ἔδωσε ἐξουσία ἤδη νὰ κάνουν ἀλλὰ γιὰ ὅσα θὰ τοὺς χαρίσει στὸ μέλλον νὰ εἶναι.

Νὰ χαίρονται ὄχι τὴ χαρὰ τῆς βεβαιότητας ἀλλὰ τὴ χαρὰ τῆς ἐλπίδας.

Ὄχι τὴ χαρὰ τῆς σιγουριᾶς ἀλλὰ τὴ χαρὰ τοῦ ρίσκου.

Ὄχι τὴ χαρὰ τῆς ἐξουσίας, τῶν δικαιωμάτων καὶ τῆς ἀπαίτησης ἀλλὰ τὴ χαρὰ τῆς διακονίας, τῆς ὀφειλῆς καὶ τῆς εὐχαριστίας.

Ὄχι τὴ χαρὰ τῆς πίστωσης γιὰ τὶς ἀγαθοεργίες ἀλλὰ τὴ χαρὰ τῆς χρέωσης γιὰ τὶς ἄπειρες εὐεργεσίες.

Ὄχι τὴ χαρὰ τῶν ἐνηλίκων γιὰ τὶς ἀποταμιεύσεις τῶν κόπων ἀλλὰ τὴ χαρὰ τῶν νηπίων γιὰ τὶς ὑποσχέσεις τῶν δώρων.

Ὄχι τὴ χαρὰ τῶν ὑπολογισμῶν ἀλλὰ τὴ χαρὰ τῶν ἐκπλήξεων.

Ὄχι τὴ χαρὰ τῶν σοφῶν καὶ συνετῶν ἀλλὰ τῶν παράτολμων καὶ μωρῶν.

Ὄχι τὴ χαρὰ τῆς ἰσχύος ἀλλὰ τὴ χαρὰ τῆς ἀσθενείας.

Ὄχι τὴ χαρὰ τοῦ πειθαναγκασμοῦ ἀλλὰ τὴ χαρὰ τῆς ἐλευθερίας.

Ὄχι τὴ χαρὰ παρὰ τὴν πυρὰ τοῦ μεγάλου ἱεροεξεταστοῦ ἀλλὰ τὴ χαρὰ τοῦ εὐγνώμονος ληστοῦ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ.

Ὄχι τὴ χαρὰ τῆς ἀνεγέρσεως μεγαλοπρεπῶν βασιλικῶν ἀλλὰ τὴ χαρὰ τῆς κατορύξεως ταπεινῶν κατακομβῶν.

Ὄχι τὴ χαρὰ τῶν αὐτοκρατορικῶν δωρεῶν ἀλλὰ τὴ χαρὰ τῶν αὐτοκρατορικῶν διωγμῶν.

Ὄχι τὴ χαρὰ τοῦ θριάμβου στὴν ἱστορία ἀλλὰ τὴ χαρὰ τῆς μελλούσης Βασιλείας.

Ὄχι τὴ χαρὰ τῆς καταπραϋντικῆς παρηγοριᾶς τῆς ἀθανασίας τῶν ψυχῶν ἀλλὰ τὴ χαρὰ τῆς ἀνυπόμονης προσδοκίας τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν.

Ὄχι τὴ χαρὰ τῶν ἀποδείξεων ἀλλὰ τὴ χαρὰ τῶν ἐνδείξεων.

Ὄχι τὴ χαρὰ τῶν θαυμάτων ἀλλὰ τὴ χαρὰ τῶν σημείων.

Νὰ μὴ χαίρονται ἀφρόνως νὰ καταδιώκουν τὸν σατανᾶ, νὰ συντρίβουν τοὺς ἐχθροὺς τῆς πίστεως, νὰ ἀποστομώνουν τοὺς ἀσεβεῖς, νὰ ἀνακαλύπτουν κακοδοξίες σε συγγράμματα, νὰ ἀποκαλύπτουν συνομωσίες τῶν σκοτεινών δυνάμεων, να κατατροπώνουν τοὺς ἀθέους, νὰ ἐλέγχουν τοὺς ἀνήθικους, νὰ στηλιτεύουν τὶς ἀδικίες, νὰ προσκομίζουν ἀδιάσειστα ἐπιχειρήματα καὶ ἀτράνταχτες ἀποδείξεις, νὰ κυνηγοῦν τὶς μάγισσες καὶ τοὺς μάγους, νὰ παλεύουν μὲ τὰ πάθη, νὰ λιθοβολοῦν τὸ σκοτάδι.

Ἀλλὰ νὰ χαίρονται εὐγνωμόνως νὰ συμπορεύονται μὲ τὸν Χριστὸ ἔχοντας καιομένη τὴν καρδία, νὰ ἀτενίζουν τὴν φωτοειδὴ τοῦ προσώπου Αὐτοῦ μορφήν, νὰ πενθοῦν μὲ ἐλπίδα τὴν πανανθρώπινη τραγωδία, νὰ προσεύχονται ἀδιαλείπτως ὑπὲρ τοῦ σύμπαντος κόσμου, νὰ ἔχουν στὴ μνήμη τὴν εὐχή, νὰ προσκαρτεροῦν στὴν εὐχαριστία, νὰ κρατοῦν ἀναμένει τὴ λαμπάδα, νὰ μὴ τοὺς νοιάζει τὸ σκοτάδι ἀλλὰ μόνο μὴ τοὺς λείψει τὸ λάδι, νὰ προσδοκοῦν τὸν Νυμφίο καὶ τὴν Αὐτοῦ Βασιλεία, τὴν ὁποία νὰ εὐλογοῦν, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.

Ἀμήν.

π. Ἠ.Κ.

Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2009


"Μη λες ποτέ ότι ο Θεός είναι δίκαιος. Γιατί άν ήταν δίκαιος, εσύ θα έπρεπε να βρίσκεσαι στην κόλαση. Βασίσου μόνο στην... αδικία του, που είναι έλεος, αγάπη και συγχωρητικότητα... Και πώς να ονομάσεις τον Θεό δίκαιο, όταν συναντήσεις το κεφάλαιο, που αναφέρεται στο μισθό των εργατών;... Πώς πάλι αποκαλεί ο άνθρωπος τον Θεό δίκαιο, όταν συναντήσει το κεφάλαιο με τον άσωτο υιό, ο οποίος ασωτεύοντας σκόρπισε τον πλούτο του, κι όταν, με μόνη την κατάνυξη που έδειξε, πήγε και αφού μετενόησε, του έδωσε εξουσία (ο πατέρας του) πάνω σε όλη την περιουσία του;... Που είναι η δικαιοσύνη του Θεού; Γιατί ήμασταν αμαρτωλοί και ο Χριστός πέθανε για μας".
Αγ. Ισαάκ ο Σύρος

Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2009

Ο ΜΑΝΤΡΟΣΚΥΛΟΣ




Ο ΜΑΝΤΡΟΣΚΥΛΟΣ

- Φύλαγε τὰ πρόβατά μου,
μοῦ παρήγγειλες, ἀφέντη,
πρίν φύγεις
γιὰ τὸ ταξίδι τῆς ἐπιστροφῆς.

Κι ἐγὼ μέρα νύχτα γαυγίζω
σκαρφαλωμένος στὴ μάντρα
φοβίζω τοὺς περαστικούς.

Ὅταν εἶδα, λοιπόν, τὸν ξένο
νὰ πλησιάζει στὸ κοπάδι
ὅρμησα νὰ τὸν ξεσχίσω
καὶ Σὲ δάγκωσα.

Ἀφέντη μου,
γιατί νὰ γυρίσεις
ντυμένος ἀλλότρια ροῦχα;

Λευτέρης Μάινας

ΤΑ ΕΧΟΥΜΕ ΟΛΑ ΑΚΟΥΣΕΙ ΑΠΟ ΝΕΟΚΥΠΡΙΑΚΑ ΧΕΙΛΗ


Πως ονομάζεται η ¨κατάκτηση" στα νεοκυπριακά;
"Αποικισμός":

"Οι Τούρκοι κάποια στιγμή αποίκησαν την Κύπρο...
στο κάτω κάτω οι Έλληνες είναι οι πρώτοι και μεγαλύτεροι αποικιοκράτες".

Πως ονομάζεται η εισβολή στα νεοκυπριακά;
"στρατιωτική δραστηριότητα":

"η στρατιωτική δραστηριότητα του 1974"

Πώς ονομάζεται το ψευδοκράτος;

"τουρκοκυπριακή οντότητα στη Βόρεια Κύπρο"

Αγανακτισμένος νεοκύπριος ξεσπά πνιγμένος από το άδικο:

"Γιατί δεν μιλάμε και για "δικαίωση των προσφύγων ἀπό την Πάφο που εκτοπίσθηκαν βίαια στο Βαρώσι;"

Γιατί φωνάζουμε "Δεν ξεχνώ την εισβολή" και όχι "Δεν ξεχνώ το πραξικόπημα";

Γιατί τα αναγνωρισθέντα λείψανα των αγνοουμένων να κηδεύονται με την ελληνική σημαία και όχι με μόνο την κυπριακή;

Ως πότε πιά θα δίνουμε στα αθώα παιδάκια τετράδια με το λιμάνι της Κερύνειας; Ας βάλουν τέλος πάντων ένα οποιοδήποτε ωραίο τοπίο...

Τόσα ποιήματα έχει γράψει ο Ρίτσος... Γιατί συνέχεια στα σχολεία μας να διδάσκουμε τη "Ρωμηοσύνη" και τον "Αποχαιρετισμό στο Γρηγόρη Αυξεντίου";

Γιατί οι Τουρκοκύπριοι αθλητές να μη μπορούν να συμμετάσχουν σε διεθνείς αγώνες;
Ξέρετε πόσο οδυνηρό είναι αυτό;

Από που κι ως που κάναμε ήρωες τον Ισαάκ και το Σολωμού; Δεν ήξεραν ότι θα τους σκοτώσουν; Τι περίμεναν δηλαδή να κάνουν οι Τούρκοι; Αν μας έκαναν κι εμάς το ίδιο οι Τουρκοκύπριοι εμείς δεν θα τους σκοτώναμε;

Κατανοούμε τη δυσκολία των γονιών μας και των παππούδων μας να ξεπεράσουν τα τραύματα του πολέμου αλλά πρέπει να προχωρήσουμε κάποια στιγμή επιτέλους μπροστά.

Γιατί επιτέλους κανείς δεν μιλά σ' αυτόν τον τόπο για το δικαίωμα των λεσβίων και των ομοφυλοφίλων της Κύπρου να υιοθετούν παιδιά;"






Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2009

ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΛΕΨΗ ΤΗΣ ΜΟΝΑΔΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ



Ζμπίγκνιεβ Χέρμπερτ


ΟΜΙΛΕΙ Ο ΔΑΜΑΣΤΗΣ

(Ή ΠΡΟΚΡΟΥΣΤΗΣ)

Το κινητό μου βασίλειο Αθήνα-Μέγαρα
μόνος κυρίαρχος σε δάση ρεματιές γκρεμούς
δίχως γερο-συμβουλάτορες, μωρά εξαρτήματα
μ΄ ένα σκέτο ρόπαλο
ντυμένος μονάχα με την σκιά του λύκου
και τον τρομερό ήχο της λέξης Δαμαστής.

Δεν είχα υπηκόους - δηλαδή τους είχα για λίγο
δεν ζούσαν ίσαμε την αυγή, αν και είναι κακοήθεια
να λέγεται πως ήμουνα ληστής, όπως ισχυρίζονται
οι παραχαράκτες της ιστορίας.

Η πάσα αλήθεια είναι πως ήμουν επιστήμονας
εφευρέτης, κοινωνικός αναμορφωτής.
Πραγματικό μου πάθος η ανθρωπομετρία.
Εφεύρα ένα κρεβάτι στα μέτρα του τέλειου ανθρώπου
και μετρούσα μ΄ αυτό τους ταξιδιώτες που έπιανα.
Ομολογώ πως είναι δύσκολο ν΄ αποφύγεις
να τεντώσεις μέλη και να κόψεις ποδάρια.
Όσο περισσότεροι άρρωστοί μου πέθαιναν
τόσο βεβαιωνόμουν για την ορθότητα
της έρευνάς μου. Ο σκοπός μου ήταν ιερός.
Η πρόοδος απαιτεί θύματα .

Λαχταρούσα να καταργήσω τη διαφορά
ανάμεσα σε υψηλό και χαμηλό.
Ήθελα να δώσω ενιαία μορφή
στην αηδιαστικά ποικίλη ανθρωπότητα.
Ποτέ δεν έπαψα να πασχίζω
να κάνω τους ανθρώπους ίσους.

Με σκότωσε ο Θησέας, ο φονιάς του αθώου Μινώταυρου,
αυτός που βγήκε απ΄ τον Λαβύρινθο με μιανής το κουβάρι,
απατεώνας όλο κόλπα, δίχως αρχές ούτε όραμα του μέλλοντος.

Έχω τη βάσιμη ελπίδα πώς άλλοι
θα συνεχίσουν τον αγώνα μου
και θα ολοκληρώσουν το τολμηρό μου έργο.


μτφρ. Γ. Π. Σαββίδης

Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2009

Ποιό το χρώμα της αγάπης;